ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι' ΛΟΥΚΑ
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή μας περιγράφει τη θεραπεία της συγκύπτουσας, μιας γυναίκας που λόγω της ασθένειάς της ήταν κυρτωμένη και ταλαιπωρούνταν και βασανιζόταν δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια από σατανική ενέργεια. Κάποιο Σάββατο, ο Κύριος δίδασκε σε μία Συναγωγή. Ανάμεσα στο πλήθος, ήταν μία γυναίκα σκυμμένη διαρκώς με κυρτωμένο τόσο το σώμα της, που δεν μπορούσε να σηκώσει όρθιο το κεφάλι της. Η δυστυχία και η δοκιμασία της, όμως, καθόλου δεν την εμπόδισαν να επισκέπτεται ανελλιπώς κάθε Σάββατο τη Συναγωγή και να εκπληρώνει τα λατρευτικά της καθήκοντα. Έτσι, όταν ο Ιησους την αντίκρισε, θέλησε αμέσως να την ελευθερώσει από τη φοβερή αθένεια που την ταλαιπωρούσε. Με ένα και μόνο λόγο του ο Κύριος, βάζοντας παράλληλα τα χέρια του επάνω στη γυναίκα, αποκατέστησε αμέσως την υγεία της. Το σώμα της επανῆλθε στη φυσιολογική του στάση, ελευθερωμένο εντελώς από την κύρτωση, ενώ η ίδια, αντιλαμβανόμενη ότι είναι πλέον απόλυτα υγιής, δόξαζε τον Θεό για τη μεγάλη του ευεργεσία.
Γιατί όμως ο Κύριος σπλαχνίσθηκε και θεράπευσε τη γυναίκα αυτή χωρίς η ίδια να ζητήσει τη θεραπεία της; Διότι η γυναίκα αυτή ήταν ευσεβής, αν και είχε μία τόσο βασανιστική και παραμορφωτική ασθένεια, που καθιστούσε δύσκολη και επίπονη κι αυτήν ακόμη τη μετακίνησή της, δεν απουσίαζε όμως από τη Συναγωγή την ημέρα του Σαββάτου. Η γυναίκα αυτή είχε την σπάνια αρετή, την υπομονή. Επιπλέον, ενώ ήταν άρρωστη δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν σκληρύνθηκε η καρδιά της, δεν έγινε άπιστη. Αντίθετα μέσα στη δοκιμασία της έμεινε σταθερή στην πίστη της. Και προσήλθε στη Συναγωγή με τόσο κόπο, διότι είχε πόθο να ακούει το λόγο του Θεού. Φαίνεται μάλιστα ότι άκουγε το κήρυγμα του Κυρίου με ενδιαφέρον πολύ κι εκδήλωνε βαθιά εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Γι’ αυτό και ο Χριστός δεν της ζήτησε πίστη για να κάνει το θαύμα, διότι διέκρινε την εσωτερική της διάθεση. Την ονόμασε και «κόρη του Αβραάμ», για να αποκαλύψει την ευσέβειά της.
Ο αρχισυνάγωγος, ο προεστός της συναγωγής δηλαδή όταν είδε το γεγονός της θεραπείας της γυναίκας, αγανάκτησε εναντίον του Ιησού λέγοντάς πως καταργεί το νόμο καθώς η ημέρα του Σαββάτου, αποτελεί αργία κατά τον Μωσαϊκό νόμο και ότι παραβαίνει με τον τρόπο αυτό την εντολή του Θεού. Ο Κύριος όμως βλέποντας τη φοβερή υποκρισία και το φθόνο του Αρχισυναγώγου, τον ξεσκέπασε μπροστά σε όλους: Υποκριτή, του λέει. Ο καθένας σας την ημέρα του Σαββάτου δεν λύνει το βόδι του ή το γαϊδουράκι του από τη φάτνη και δεν το πηγαίνει να το ποτίσει; Και το κάνει αυτό χωρίς να θεωρείται παραβάτης της αργίας του Σαββάτου. Αυτή όμως η γυναίκα, που είναι κόρη του Αβραάμ και την έδεσε ο σατανάς με τέτοια αρρώστια, ώστε να μην μπορεί να σηκωθεί όρθια δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, δεν έπρεπε να θεραπευτεί την ημέρα του Σαββάτου; Ο αρχισυνάγωγος, ήταν τόσο πολύ κυριευμένος από το φθόνο, ώστε παραλογίστηκε. Επειδή δεν τολμούσε να ελέγξει κατευθείαν τον Κύριο, τα έβαλε πονηρά και υποκριτικά με το λαό. Τους κατηγόρησε ότι παρέβαιναν το Σάββατο, ενώ καμία σχέση δεν είχε ο λαός με τη θεραπεία που έγινε.
Μέσα από τη σημερινή διήγηση ο Κύριος στηλιτεύει την υποκρισία και την τυπολατρία όχι μόνον των φαρισαίων, αλλά και κάθε ανθρώπου, κάθε εποχής. Οι φαρισαίοι της εποχής Του είχαν μετατρέψει τις εντολές του Δεκαλόγου και του Νόμου σε ένα στείρο σύστημα υποχρεώσεων και περιορισμών, και γι αυτό συχνά αντιδρούσαν με αγανάκτηση όταν ο Χριστός θεράπευε τα Σάββατα, σε σημείο να λένε ότι εφόσον δεν τηρεί το Σάββατο, δεν προέρχεται από τον Θεό. Η τυπολατρία τούς έκανε να θεωρούν τους εαυτούς τους αυτάρκεις έναντι του Θεού.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας σχολίασαν και αναφέρθηκαν σε μεγάλο βαθμό για το πάθος του φθόνου. Ο άνθρωπος που φθονεί δεν ανέχεται καμία αξία για τον πλησίον. Παραβλέπει όλα τα προτερήματά αυτού και προσπαθεί να βρει ένα ελάττωμά του, το οποίο το μεγαλοποιεί στα μάτια των άλλων.
Ο φθόνος παραλογίζει και εξευτελίζει τον άνθρωπο. Είναι μία ασθένεια που όταν μας κυριεύσει, μας κάνει ανεξέλεγκτους. Κάποτε οδηγεί και σε πράξεις αποτρόπαιες και εγκληματικές. Πάντοτε όμως αναστατώνει και συχνά διαλύει τις ανθρώπινες σχέσεις. Γίνεται τείχος ακόμη κι ανάμεσα σε συγγενείς. Διαλύει οικογένειες, φιλίες, καταστρέφει ψυχές. Χρειάζεται επομένως πολλή προσοχή. Εάν βλέπουμε μέσα στην ψυχή μας το παραμικρό ίχνος ζήλειας, μην το αφήνουμε να εξελιχθεί. Αλλά να προστρέχουμε στο έλεος του Θεού, στο Μυστήριο της ιεράς Εξομολογήσεως και να ζητούμε τη Χάρη του Θεού για να το καταπολεμήσουμε αμέσως, πριν να είναι πολύ αργά.
Η τυπική και μηχανιστική τήρηση των εντολών του Θεού τελικά δεν μας προσφέρει τίποτα, αν στην καρδιά μας δεν πρυτανεύει η αγάπη προς τον πλησίον, η ευσπλαχνία και η διάθεση της προσφοράς και της αυτοθυσίας. Ας προσέξουμε και εμείς μην πέσουμε στην ίδια παγίδα θεωρώντας την τυπική εφαρμογή των θρησκευτικών καθηκόντων ως απόλυτη. Οι εκδηλώσεις στην ευσέβεια μας να έχουνε πάντοτε το κίνητρο της αγάπης και της γνήσιας πίστεως. Οι εντολές του Θεού μας δόθηκαν για την σωτηρία μας και άρα είναι αναγκαίες γι’ αυτήν. Όμως όταν συγκρούεται ο τύπος με την αγάπη, προηγείται η αγάπη.
Ο Κύριος μας είναι αντίθετος με τη τη ζηλεια, τον φθόνο και την υποκρισία. Ζητά από μας περισσότερη ειλικρίνεια και άμεση αγάπη για τον κάθε άνθρωπο που φέρνει στον δρόμο μας. Θέλει να εφαρμόζουμε την αγάπη έμπρακτα, επειδη και ο ίδιος από αγάπη έπαθε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε και με τον τρόπο αυτὸ μας ελευθέρωσε από τα δεσμά της αμαρτίας, της φθοράς και του θανάτου οδηγώντας μας και πάλι κοντά στον Θεό Πατέρα μας και στην ουράνια Βασιλεία Του. Αμήν.
Του Αρχιμανδρίτου π. Ιερόθεου Παπαθανασίου