ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ
Η Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας έχει τις ρίζες της βαθιές μέσα στους χριστιανικούς αιώνες. Είναι μία από τις παλαιότερες Ιερές Μητροπόλεις του ελλαδικού χώρου και έχει γράψει περίλαμπρη εκκλησιαστική και εθνική ιστορία. Ευτύχησε να πηδαλιουχείται κατά καιρούς από Ιεράρχες που διακρίνονταν για τη βαθιά πίστη τους στον Θεό και την αγάπη τους προς την Εκκλησία και το Έθνος, για την αρετή τους, για τη θεολογική και φιλοσοφική τους μόρφωση και παιδεία, για την εργατικότητα και τη δραστηριότητά τους. Στους κόλπους αυτής υπάγονται τα δύο τρισένδοξα Μοναστήρια του Έθνους, το Μέγα Σπήλαιο και η Αγία Λαύρα.
Η Επισκοπή Κερνίτσης
Το όνομά της η Επισκοπή το έλαβε από την ομώνυμη μεσαιωνική κωμόπολη, την Κερνίτσα, η οποία βρισκόταν κοντά στο σημερινό χωριό «Κερνίτσα» του τέως Δήμου Βουρών, το οποίο περιλαμβάνει τους συνοικισμούς Παγιανέϊκα, Χαλκέϊκα και Ραφλέϊκα.
Το όνομα Κερνίτσα είναι προφανώς σλαβικό. Επειδή όμως η Κερνίτσα διαδέχθηκε οπωσδήποτε την αρχαία Βούρα, είναι πολύ πιθανόν υπό το σλαβικό όνομα να κρύπτεται το αρχαίο τοπωνύμιο «Κερύνεια». Φαίνεται δηλαδή ότι οι Σλάβοι συνδύασαν τη λέξη «Κερύνεια», κατά παρετυμολογία, προς την ομόηχη δική τους λέξη Κερνίτσα (Κερνίτζας < τσέρνα= μαύρος+κατάλ. νίτζα).
Το πότε ακριβώς ιδρύθηκε η Επισκοπή Κερνίτσης δεν είναι γνωστό. Είναι επίσης γνωστό ότι η οργάνωση της Εκκλησίας των Πατρών, κατά τους χρόνους της Φραγκοκρατίας (1205-1429), εξυπηρετείτο καλύτερα με την ανάδειξη μικρότερων επισκοπικών επαρχιών. Σε μια επιστολή μάλιστα του πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ (1198-1216 μ.Χ.) αναφέρεται το 1213 μ.Χ. Λατίνος Τιτουλάριος Επίσκοπος. Τη συνέχεια του βίου της Επισκοπής Κερνίτσης βρίσκουμε στις αρχές του δέκατου τέταρτου αιώνα. Συγκεκριμένα, σε πατριαρχική πράξη του έτους 1316 μ.Χ. αναφέρεται ως χρηματίσας Επίσκοπος ο Μαλωταράς.
Από τις ανωτέρω ιστορικές μαρτυρίες εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο ιστορικός βίος της Επισκοπής Κερνίτσης πρέπει να αρχίζει πριν από τον δέκατο τρίτο αιώνα μ.Χ. Βεβαίως δεν αποκλείεται να βρεθούν στο μέλλον νέες ιστορικές μαρτυρίες και το πρόβλημα του πότε ακριβώς αρχίζει η ιστορική ζωή της Επισκοπής να βρει τη λύση του.
Επειδή όμως εδώ γίνεται λόγος για τις απαρχές της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, είναι σκόπιμο να γίνει μία παρέκβαση σχετικά με το Αίγιο από άποψη εκκλησιαστική: Η πόλη του Αιγίου υπήρξε παλιότερα έδρα Επισκόπου. Τούτο μάς είναι γνωστό από το γεγονός ότι στην Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το έτος 553 μ.Χ., πήρε μέρος και ο Επίσκοπος Πασχάσιος ως «Αιγίου». Επίσης, όταν διά της Συνθήκης του Κάρλοβιτς (1689 μ.Χ.) το Αίγιο βρέθηκε υπό τους Ενετούς, εγκαταστάθηκε εκεί Επίσκοπος υπό τον Μητροπολίτη Κορίνθου, ο οποίος ήταν φίλος των Λατίνων.
Όμως πλην των ως άνω μεμονωμένων περιπτώσεων, η πόλη του Αιγίου δεν υπήρξε έδρα Επισκοπής. Υπαγόταν επί μακρό χρονικό διάστημα στην Επισκοπή και, εν συνεχεία, Μητρόπολη Πατρών και αργότερα στην Επισκοπή Κερνίτσης και Καλαβρύτων.
Επί Πατριάρχου Μακαρίου και συγκεκριμένα κατά την πρώτη Πατριαρχία του (1376-1379), έλαβε χώρα γεγονός πάρα πολύ σημαντικό στον ιστορικό βίο της Επισκοπής Κερνίτσης: Ανυψώθηκε σε Μητρόπολη και ο τότε επίσκοπος Ματθαίος προήχθη σε Μητροπολίτη.
Ο Ματθαίος υπήρξε εκκλησιαστικό πρόσωπο υψηλού κύρους, διέμενε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν μέλος της Πατριαρχικής Συνόδου, όπως διαπιστώνεται και από σχετική πράξη του έτους 1380 μ.Χ., την οποία υπογράφει και αυτός υπό την ιδιότητά του αυτή.
Από το έτος 1381, που ο Ματθαίος μετατέθηκε στην Ιερά Μητρόπολη Ιωαννίνων, μέχρι το έτος 1510 που βρίσκουμε ως Επίσκοπο Κερνίτσης τον Ιωάννη, του οποίου το όνομα είναι γνωστό από επιγραφή που υπάρχει στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου, παρατηρείται ένα χάσμα στην εκκλησιαστική ιστορία της Κερνίτσης, αφού δεν υπάρχουν μαρτυρίες αν κατά τη χρονική αυτή περίοδο υπήρξε άλλος Επίσκοπος.
Βεβαίως, η θέση της Εκκλησίας της Κερνίτσης ήταν οπωσδήποτε υπό τη Μητρόπολη Παλαιών Πατρών. Όμως, επειδή η Πατριαρχική Σύνοδος του Μαρτίου του 1381 μ.Χ. έδωσε την ευχέρεια στον Μητροπολίτη Παλαιών Πατρών να πληρώσει την επισκοπική έδρα Κερνίτσης ή να τη διατηρήσει ως ενορία συνηνωμένη υπό αυτόν, αυτός πρέπει να προτίμησε το δεύτερο. Και προφανώς στον λόγο αυτό πρέπει να οφείλεται το γεγονός ότι επί εκατόν είκοσι εννέα χρόνια (1381-1510) δεν έχουμε καμιά μαρτυρία για ύπαρξη Επισκόπου.
Κατά το έτος 1654 μ.Χ. η Επισκοπή Κερνίτσης αποσπάστηκε, διά πατριαρχικού σιγιλίου, από τη Μητρόπολη Παλαιών Πατρών και προήχθη σε Αρχιεπισκοπή, με πρώτον Αρχιεπίσκοπο τον Κωνσταντίνο, προς τον οποίο και απεστάλη το πατριαρχικό σιγίλιο. Το έτος 1711 μ.Χ. θεωρείται ως το έτος που ενώθηκε εκκλησιαστικά η Κερνίτσα με τα Καλάβρυτα. Έτσι, η Επισκοπή πήρε και το δεύτερο όνομα και ονομάστηκε Επισκοπή Κερνίτσης και Καλαβρύτων.
Μετά την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό και τον διοικητικό ανασχηματισμό που έγινε κατά το έτος 1833 μ.Χ., οπότε οι Επισκοπές έλαβαν τα ονόματα των επαρχιών, η Επισκοπή Κερνίτσης και Καλαβρύτων το έτος 1834 πήρε την ονομασία Επισκοπή Κυναίθης. Και τούτο, διότι η όλη επαρχία ονομάστηκε επαρχία Κυναίθης από την αρχαία Κύναιθα, που τοποθετείται πλησίον των Καλαβρύτων. Κατά το έτος 1840 μ.Χ., επειδή και πάλι η όλη περιοχή ονομάστηκε επαρχία Καλαβρύτων, έλαβε και η Επισκοπή την προηγούμενη ονομασία της, δηλαδή Επισκοπή Κερνίτσης και Καλαβρύτων.
Κατά το έτος 1852 μ.Χ. μετά την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ελλάδος, η Επισκοπή ονομάσθηκε Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, με πρώτο Επίσκοπο τον Βαρθολομαίο.
Κατά το έτος 1922 όλες οι Επισκοπές της Παλαιάς Ελλάδος προήχθησαν σε Μητροπόλεις. Τότε και η Επισκοπή Καλαβρύτων και Αιγιαλείας προήχθη σε Μητρόπολη, με πρώτο Μητροπολίτη τον Τιμόθεο Αναστασίου.