“ἄσωτος” και ἀσωτία
Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου ἔχει χαρακτηριστεῖ σάν συμπυκνωμένο Εὐαγγέλιο,
διότι ἄν ὅλη ἡ Καινή Διαθήκη χανόταν καί σωζόταν μόνο ἡ παραβολή τοῦ Ἀσώτου, θά ἦταν ἀρκετή νά δείξει τή Μεγαλειώδη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο, τόν πεσμένο καί ἐξορισθέντα ἄνθρωπο ἀπό τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, ἀπό τίς ἁμαρτίες του.
Κάθε πλευρά πού ἀκοῦμε αὐτή τήν παραβολή συγκινούμεθα, κάπου τό μυαλό μας πάει καί στίς δικές μας ἁμαρτίες (πράγμα σπάνιο διότι τό μάτι καί ὁ νοῦς μας πέτρωσαν καί ἑστιάζουν μόνο στίς ἁμαρτίες τῶν ἄλλων) καί τίς λίγες αὐτές φορές ἡ ψυχή μας αἰσθάνεται κάτι ἀπό τήν ἀχρειότητά της, τή μικρότητά της καί ἴσως κάποτε ἕνα δάκρυ καυτό νά χυθεῖ.
Ὑπάρχει ὅμως ἕνα βασικό ἐμπόδιο γιά νά κατανοήσουμε σέ ὅλες της τίς διαστάσεις καί στήν πληρότητά της τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου. Ποιό εἶναι αὐτό;;
Μεγαλώνουμε μέσα σέ ἕνα κόσμο ὅπου ἡ λέξη “ἄσωτος” και ἀσωτία συνήθως συνδυάζεται μέ τά ἁμαρτήματα τά χονδρά, τά χυδαῖα, τά σαρκικά καί μέ τίς καταχρήσεις εἴτε σέ κραιπάλη, σέ μέθη, σέ χαρτοπαιξία. Ὅταν λέμε ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἀσώτως κυρίως συγκεντρώνουμε τή σκέψη μας μέ τή λαϊκή, τήν ἐμπειρική νοοτροπία, ὅπως τά ζοῦν στίς γειτονιές, στά σπίτια,στίς οἰκογένειες τά πράγματα, ὅτι αὐτός ὁ ἄνθρωπος ζεῖ μέσα στή διαστροφή.
Θά ἦταν ὅμως πολύ φθηνό καί χαμηλό, θά ἔλεγε κανείς και ἐντελῶς ἀθεολόγητο, νά νομίσουμε ὅτι ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου γράφεται γιαυτές τίς περιπτώσεις. Εἶναι ἕνα τεράστιο λάθος αὐτό. Καί ἀκριβῶς αὐτό τό μεγάλο λάθος τό ἔχει πετύχει ὁ διάβολος γιά νά κοιμήσει τούς χριστιανούς, ὥστε νά μήν ξυπνᾶνε γρήγορα ἀπό τό δικό τους λήθαργο. Καί μπορεῖ πολύ εὔκολα κανείς καί μάλιστα ἕνας μοναχός, πού ἐγκατέλειψε τά πάντα καί ὅλα τά χονδρά ἁμαρτήματα καί κλείστηκε μέσα στούς τέσσερεις τοίχους τοῦ κελλιοῦ του και προσπαθεῖ νά ζήσει μιά ζωή ἐγκρατείας, εἶναι πολύ εὔκολο νά ξεγελαστεῖ καί νά πιστέψει ὅτι αὐτός τουλάχιστον δέν εἶναι ἄσωτος! Καί αὐτό ἰσχύει γιά κάθε χριστιανό πού ζεῖ μέ ἐγκράτεια, ἀκολουθώντας τή ζωή τῆς ἐκκλησίας. Μέ τήν πάροδο τῶν ἐτῶν νά καλλιεργηθεῖ μέσα του αὐτή ἡ αὐτάρκεια τοῦ σεσωσμένου καί μή ἀσώτου! Καί τό ζεῖ μέ ἁπλότητα καί μέ εἰλικρίνεια κατενώπιον τοῦ Θεοῦ ὅτι “ε, δέν εἶμαι καί ἄσωτος!”. Ἀφοῦ δέν κάνω αὐτά πού ἔκανε αὐτός εἰς χώραν μακράν, ἀρκεῖ πού δέν κάνω αὐτά πού κάνουν αὐτοί πού ζοῦν στά πεζοδρόμια καί στά καταγώγια τῆς σημερινῆς διαφθορᾶς, δέν εἶμαι ἄσωτος!
Ἐάν ὅμως κανείς ἀντιληφθεῖ τήν ἔννοια τῆς παραβολῆς και προσπαθήσει νά μπεῖ στό νόημα, στή βάση τή χριστοκεντρική καί τήν ἀνθρωπολογική, δηλαδή νά προσπαθήσει νά καταλάβει τήν οὐσία τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρώπου καί τήν οὐσία τῆς σωτηρίας πού ἦρθε νά φέρει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο,τότε θά μπορέσει νά πάρει μιά διαφορετική στάση.
Γιά νά καταλάβουμε καλλίτερα, πιό βαθιά καλό εἶναι νά δοῦμε τά πράγματα ἀπό τήν ἀρχή.
Ἡ λέξη ἀσωτία ἔρχεται σέ ἀντίθεση μέ τή λέξη ὁλοκλήρωση.
Ἡ λέξη σωτηρία παράγεται ἀπό τή λέξη Σωτήρ.
Ἡ λέξη σωτήρ παράγεται ἀπό τό ρῆμα σώζω. Τό ρῆμα σώζω παράγεται ἀπό τό ἐπίθετο “σῶος”. Σῶος σημαίνει ὁλόκληρος καί ἀκέραιος. Δηλ. σωτήρ εἶναι αὐτός πού μᾶς σώζει, μᾶς χαρίζει τή σωτηρία πού σημαίνει μᾶς ξαναφέρνει στήν ὁλοκληρία.
Ἤμασταν σῶοι, χάσαμε αὐτή τήν ὁλοκλήρωση καί ἔρχεται και μᾶς τήν ξαναδίνει ὁ Θεός μέ τήν ἐνανθρώπισή Του καί γίνεται κατ΄ αὐτόν τόν τρόπο Σωτήρ μας.
Μᾶς σώζει ὁ Θεός. Τό “σώζει” σημαίνει ὅτι διαρκῶς μᾶς ἀποκαθιστᾶ στήν ὁλοκλήρωση στήν ὁποία Ἐκεῖνος μᾶς εἶχε δώσει καί ἐμεῖς τή χάσαμε. Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τῆς σωτηρίας.
Ἄσωτος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θεληματικά ἤ ἀθέλητα παραμένει ἔξω ἀπό αὐτήν τήν ὁλοκλήρωση, δηλαδή θά λέγαμε ἁπλά, ὁ ἐλλιπής.
Ὑπάρχει, λοιπόν, ἡ ἀσωτία ἡ γενική, ἡ ὑπαρξιακή ἀσωτία δηλαδή οἱ κακές κατευθύνσεις καί ὁ κακός προσανατολισμός πού εἶναι ἀντίθετος πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ γενικά.
Ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος ἀποφασίζει νά ἀντιστρατευθεῖ τό Θεό καί τό νόμο Του, ‘άρνεῖται τόν προορισμό του καί τό στόχο τῆς ζωῆς ὅπως τόν ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός. Αὐτή εἶναι μιά γενική καθολική ἀσωτία. Ὑπάρχει ὅμως καί ἡ ἐπιμέρους ἀσωτία, διότι ὅπως λέει καί ὁ ἀπ. Παῦλος “ὁλόκληρον ἡμῶν τό σῶμα καί ἡ ψυχή καί τό πνεῦμα ἀμέμπτως τηρηθείη…”. Ὁλόκληρη ἡ ὕπαρξίς μας καί τό σῶμα καί τό πνεῦμα ὀφείλει νά δοξάζει τό Θεό. Τότε μόνο ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ μιά πληρότητα, μιά ὀντότητα ὁλοκληρωμένη μέσα στήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ χωρίς νά εἶναι κομματιασμένος. Δέν εἶναι σήμερα τοῦ Χριστοῦ καί αὔριο ὄχι. Ἤ δέν εἶναι τό πρωί πού προσεύχεται κοντά στό Χριστό καί ὅταν πάει στή δουλειά του ἤ βγαίνει ἔξω φέρεται σάν νά μήν ὑπάρχει Θεός.
Οἱ πατέρες μας ἔλεγαν “τό ἀπρόσληπτον καί ἀθεράπευτον”. Ὁ Χριστός πῆρε ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση, τήν προσέλαβε, γιά νά τήν θεραπεύσει ὁλόκληρη. Καί τό σῶμα καί τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου θέλει νά θεραπεύσει ὁλοκληρωτικά ὁ Χριστός καί ὄχι ἐπιφανειακά, ψεύτικα καί προσωρινά. Καί αὐτό ἐπιτυγχάνεται μέ τή δική μας προσπάθεια, μέ τή δική μας ἄσκηση καί ἐνδοσκόπηση, μέ τόν προσεκτικό καί ἀσκητικό μας βίο. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι βρῶσις καί πόσις ἀλλά ΑΣΚΗΣΗ σύν ἁγιασμῶ. Αὐτός εἶναι ὁ στόχος τῆς ζωῆς μας: Νά ἁγιάσουμε ΟΛΟ τόν ἄνθρωπο καί στό νοῦ, καί στό σῶμα καί στήν ψυχή. Μᾶς πείθει συχνά ὁ διάβολος νά προσέχουμε μόνο μερικά σημεῖα καί νά ἐπαναπαυόμαστε σέ αὐτά ἀμελώντας κάποια ἄλλα ἤ περιφρονώντας τα ὡς άσήμαντα. Γιά παράδειγμα κάποιος χριστιανός προσέχει ἐπιμελῶς νά μήν ἁμαρτήσει μέ τό σῶμα του, νά διατηρει τή σωματική καθαρότητα. Ἀγωνίζεται μέχρις ἐσχάτων. Ἔχει ζῆλο προστρέχει στά μυστήρια καί γενικά κάνει τό κάθετι γιά νά μήν ἁμαρτήσει σωματικά. Ἐνῶ ὅμως ἀφήνει ἀχαλίνωτη τή φαντασία του. Φαντασία εἶναι, νοῦς εἶναι κανείς δέν τά βλέπει, δέν ἔχουν σημασία. Καί ἔτσι δέν διατηρεῖ καί δέν ἀγωνίζεται μέ τόν ἴδιο ζηλο γιά τήν καθαρότητα τῆς σκέψης του. Ἀλλος πάλι προσέχει τή φαντασία,τήν κατάκριση κλπ ἀλλά δεν προσέχει τό σῶμα του. Ὁ Ἅγ. Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης στό “Περί φυλακῆς τῶν πέντε αἰσθήσεων” ἀναφέρει τά διακριτικά σημεῖα τῆς προσοχῆς μας. Ἕνας ἄνθρωπος πού θέλει νά ἀφήσει τόν Χριστό νά τόν ἐξαγιάσει πρέπει νά προσέχει πῶς θά μιλήσει, πῶς θά βαδίσει, πῶς θά γελάσει, πῶς θά κοιτάξει. Θά ἔλεγε κανείς ἁπλά βλεποντας αὐτόν τόν ἄνθρωπο πῶς φέρεται , σοῦ θυμίζει τόν τρόπο τοῦ Χριστιανοῦ;;
Ἄλλος πάλι προσέχει τήν ἀγάπη. Μόνο ἀγάπη σοῦ λέει νά ἔχουμε καί γιά τά μυστήρια καί τή γνώση καί ὅλα αὐτά δέν νοιάζεται καί ἴσως μέσα του νά τά ἀμφισβητεῖ κιόλας. Ὑπάρχουν πολλές ἀποκλίσεις πού μᾶς ἐντάσσουν ὅλους στήν κατηγορία τοῦ ἀσώτου. Μπορεῖ νά προσέχω ὅλα τά παραπάνω ἀλλά νά μήν προσέχω τήν ὁμιλία. Νά κάνω κατάχρηση τοῦ λόγου. Νά μιλάω πολύ καί νά κουράζω. Καί φυσικά δεν νιώθω καί κανένα ἔλεγχο γιαυτό! Μπορεῖ νά κάνω ὑπακοή σέ ὅλα ἀλλά νά ὑπάρχουν δύο τρία πραγματάκια πού τά κρατάω γιά μενα, καί κάνω αὐτό που μέ εὐχαριστεῖ πχ στό τί θά φάω. Μπορεῖ νά εἶμαι φιλακόλουθος, νά πηγαίνω πρῶτος στήν ἐκκλησία, ἀλλά νά εἰρωνεύομαι μέσα μου καί νά σχολιάζω αὐτούς πού ἔρχονται ἤ νά μιλάω μέσα στό ναό, μέσα στό ἱερό. Ἀλλά δέν νιώθω καί τύψεις ποτέ γι’ αὐτό! Ζῶ δηλαδή μέ μιά χαλαρότητα πνευματική καί δέν τό θεωρῶ δά καί ἀσωτία!
Γιά νά δημιουργηθεῖ μιά ἀσωτία -ὅπως εἴδαμε καί στήν παραβολή-χρειάζεται νά γίνει τό πρῶτο βῆμα. Ποιό εἶναι αὐτό;;
Νά πιστέψω μέσα μου ὅτι ἔχω ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ.
Ποῦ;;
Ἐπί τῆς πατρικῆς οὐσίας. “Δός μοι τό ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας” . Εἶμαι παιδί Σου καί ἔχω δικαιώματα σέ αὐτά πού δημιούργησες. Δῶσε μου τα νά τά χειριστῶ ΟΠΩΣ ΘΕΛΩ. Καί θά μοῦ πεῖτε ἐμεῖς τί σχέση ἔχουμε μέ τόν ἄσωτο πού ζήτησε περιουσιακά στοιχεῖα;;
Ναί ἐκεῖνος ζήτησε περιουσιακά στοιχεῖα, ἐμεῖς ὅμως τί λέμε;;
Ὁ χρόνος;; ΔΙΚΟΣ ΜΟΥ. Τόν κάνω ὅ,τι θέλω. Τόν χρησιμοποιῶ ὅπως μοῦ ἀρέσει. Ἀντί νά κάνω προσευχή, ἀντί νά πῶ τήν εὐχή “Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με” , ἀντί νά κλαίω γιά τίς ἁμαρτίες μου, μπορῶ νά ὀνειροπολῶ, νά ἀκηδιῶ, νά κατακρίνω, νά ἀργολογῶ. Ἀντί νά προσεύχομαι στό ναό, μπορεῖ νά κοιτάζω τούς ἄλλους, νά σκέφτομαι τί θά φάω, νά σκέφτομαι τί θά κάνω ὅταν βγῶ ἔξω. Δικός μου δέν εἶναι ὁ χρόνος;; Μπορεῖ νά ψάλλω καί νά σκέφτομαι ἄλλα. Τί λέει ἕνα κατανυκτικό τροπάριο;;
“ Πολλάκις τήν ὑμνωδίαν ἐκτελῶν εὑρέθην τήν ἁμαρτίαν ἐκπληρῶν”... Ὅλα αὐτά εἶναι ἀρχές ἀσωτίας πού δέν τίς ἀντιλαμβανόμαστε καί μάλιστα μπορεῖ νά εἰρωνευόμαστε καί τούς ἀσώτους καί νά τούς σιχαινόμαστε κιόλας!
Το δεύτερο βῆμα εἶναι νά θέλω νά κάνω κάποια πράγματα μόνος μου χωρίς ΥΠΑΚΟΗ καί νά ζῶ δῆθεν “ἐλεύθερα” χωρίς δεσμεύσεις.
Δύο πράγματα ἀρχίζουν νά μᾶς βγάζουν ἀπό τό δρόμο τοῦ Χριστοῦ: Τό θέλημα καί τό δικαίωμα. Τό τρίτο βῆμα εἶναι πιά ἡ θεοποίηση τοῦ ΕΓΩ, ἡ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στίς δυνάμεις μας, στίς γνώσεις μας, στά προσόντα μας καί ὄχι στό Θεό. Ἐκεῖ εἶναι πού φτάνουμε στό ἀποκορύφωμα πιά τῆς ἀσωτίας καί ΞΕΧΝΟΥΜΕ ὅτι εἴμαστε ΘΝΗΤΟΙ καί πρόσκαιροι καί τό μόνο σίγουρο τῆς ὑπάρξεώς μας εἶναι ὅτι κάποτε δέν θά ὑπάρχουμε πιά ἐδῶ στή γῆ. Ὅτι κάποτε θά ἀναχωρήσουμε γιά τήν ἀληθινή μας πατρίδα καί ὅτι αὐτό τό “κάποτε” εἶναι τελείως ἄγνωστο καί ἀπρόβλεπτο.
Δέν ξέρουμε κατά πόσο καταλαβαίνουμε βαθιά μέσα μας ὅτι “τιμῆς ἠγοράσθημεν”. Ὁ Θεός πλήρωσε πολύ ἀκριβά τή σωτηρία μας, ἐπεθύμησε νά μᾶς κάνει δικούς Του καί ἀνήκουμε πιά στό ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ καί ὄχι στόν διάβολο. Εἴμαστε πλασμένοι γιά νά δοξάζουμε μέ τήν παρουσία μας τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Καταλαβαίνετε πόση ἐργασία πνευματική ἔχουμε ἄν συνειδητοποιήσουμε τόν ἀληθινό προορισμό μας. Πόση ἐπαγρύπνηση πρέπει νά ἔχουμε στόν ἑαυτό μας ὄχι γενικά καί ἀόριστα ἀλλά στά συγκεκριμένα σφάλματα πού πέφτει ὁ καθένας μας καί τά ξέρει καλά μόνο ἐκεῖνος. Συχνά πέφτουμε θύματα τοῦ διαβόλου πού μᾶς ξεγελάει τονίζοντας μας τά χαρίσματά μας καί μήν ἀφήνοντάς μας νά δοῦμε καί νά διορθώσουμε τίς ἐλλείψεις μας.
Πολλές φορές κάνουμε ἐλεημοσύνες γιά νά καλύψουμε τά ψέματά μας. Ἀλλά δέν διορθώνεται τό ψέμα μέ την ὑλική προσφορά. Ξεγελᾶμε τόν ἑαυτό μας προσφέροντας πολλές ὑλικές προσφορές στήν ἐκκλησία, ἀλλά χωρίς νά δίνουμε σημασία στά ψυχικά καί σέ τόσα ἄλλα ἁμαρτήματα πού μᾶς χωρίζουν ἀπο τό Θεό.
Ἀσωτία εἶναι ἐπίσης νά παίρνω στή ζωή μου τή θέση τοῦ μεγάλου ἀδελφοῦ τῆς παραβολῆς. Νά κρίνω κάποιον πού κάποτε ἦταν ἁμαρτωλός καί τώρα μέ μετάνοια γύρισε στό ναό.
Συχνά ἀκοῦμε χαρακτηριστικές φράσεις:
-Δέν ξέρουμε τί ἔκανε αὐτός τότε;;
-Θέλει νά μᾶς παραστήσει τόν ἅγιο τώρα;;
-Πρόσεχε ἀπό αὐτόν ! Αὐτός τότε ἔκανε αὐτό!
Καί στεκόμαστε μέ τό μαστίγιο τοῦ κριτοῦ νά χαρακτηρίσουμε τόν καθένα ΩΜΑ, ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ καί σκληρά πολλές φορές μέ ζήλεια καί πικρόχολα σχόλια. Παθαίνει κάποιος κάτι κακό;; Ναί καλά νά παθει! Ἄς μήν ἔκανε τότε αὐτό! Πεθαίνει τό παιδί κάποιου;; Σπεύδουμε ἐμεῖς οἱ “σωσμενοι” . Ἄ, τόν τιμώρησε ὁ Θεός γιά τά ἁμαρτήματά του!
Αὐτά καί τόσα ἄλλα πού ἔχουν πιά γίνει καθημερινή τροφή μας καί δέν ξέρω κατά πόσο νιώθουμε ἄσωτοι γιαυτά , κατά πόσο μᾶς τύπτουν τή συνείδηση εἶναι τά καρφιά πού βάζουμε στό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ χώρα ἡ μακράν στήν ὁποία ζοῦμε ἀσώτως καί τρῶμε ξυλοκέρατα χωρίς νά τό καταλαβαίνουμε ὅτι κάποτε ἡ ψυχή μας θά νιώσει γυμνή καί ἐγκαταλελειμμένη ἀπό κάθε ἀρετή.
Νιώθουμε μοναξιά, ἄγχος, φόβο καί δέν καταλαβαίνουμε ἀπό ποῦ εἶναι ὅλα αὐτά.
Μά εἶναι φυσικότατες συνέπειες τῆς ἀσωτίας μας!
Ἔχει γίνει ἡ ψυχή μας σκληρή, στολισμενη μέ ὅλο τόν ἐγωισμό καί τό δικαίωμα πού μᾶς δίνει ἡ ἰδιότητά μας ὡς χριστιανῶν: Νά κρίνουμε καί νά ἐξουσιάζουμε καί νά κατηχοῦμε ὅλους τούς “ ἀσώτους” ἐκτός τοῦ ἑαυτοῦ μας. Δέν μποροῦμε κἄν νά διανοηθοῦμε ὅτι μπορεῖ κι ἐμεῖς κάπου νά ἔχουμε μερίδιο στήν ἀσωτία.Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου εἶναι ἕνα πνευματικό καμπανάκι ἐγρήγορσης.
Νά σκύψουμε μέσα μας καί νά δοῦμε ὁ καθένας τή δική του ἀσωτία καί νά ἐπιθυμήσουμε εἰλικρινά καί μέ πόνο τήν ἐπιστροφή καί τήν ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ πατέρα!
Σωφρονία μοναχή
καθηγουμένη
Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Ἀκράτας