ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Α' ΛΟΥΚΑ
Από σήμερα ξεκινάει η περίοδος που οι ευαγγελικές περικοπές είναι από το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο. Σήμερα είναι η πρώτη Κυριακή του Λουκά. Στο ευαγγελικό ανάγνωσμα βλέπουμε την κλήση, το κάλεσμα, από τον Ιησού προς τους τρεις μαθητές του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, στη λίμνη της Γεννησαρέτ.
Ο Κύριος ακολουθούνταν από τα πλήθη που ήθελαν να τον ακούσουν και φτάνοντας στη λίμνη της Γεννησαρέτ, συνάντησε δυο μικρά πλοία αραγμένα στη λίμνη, μπαίνει σ’ ένα από αυτά, στο πλοίο του Σίμωνα. Και τον παρακαλεί να το σύρει λίγο πιο μέσα στη λίμνη για να διδάξει τα πλήθη μέσα από το πλοίο αυτό. Όταν τελείωσε τη διδασκαλία του ο Κύριος, λέει στον Σίμωνα: Φέρε πάλι το πλοίο στα βαθιά νερά της λίμνης και ρίξτε τα δίχτυα σας. Ο Σίμων όμως με έκπληξη του αποκρίνεται: Διδάσκαλε, όλη τη νύχτα κοπιάσαμε ρίχνοντας τα δίχτυα και δεν πιάσαμε τίποτε. Αφού όμως το λες εσύ, θα ρίξω το δίχτυ. Και το θαύμα που ακολούθησε ήταν εντυπωσιακό. Το δίχτυ τους γέμισε τόσο πολλά ψάρια, ώστε άρχισε να σχίζεται. Τα ψάρια ήταν τόσο πολλά, ώστε τα δυο πλοία κινδύνευαν να βυθισθούν.
Ο Κύριος μέσα από το θαύμα αυτό ήθελε να διδάξει πολύ μεγάλες αλήθειες στους ψαράδες της Γαλιλαίας, τους οποίους σε λίγο θα καλούσε να γίνουν αλιείς ανθρώπων και να σαγηνεύουν στα πνευματικά τους δίχτυα όλη την οικουμένη. Αυτό το θαύμα ήταν τύπος της πνευματικής αλιείας τους. Και έπρεπε να χαραχθεί βαθιά στην ψυχή τους. Έπρεπε να το θυμούνται πολύ καλά οι Απόστολοι του Κυρίου όταν αργότερα στο τιτάνιο έργο τους θα συναντούσαν δυσκολίες και απογοητεύσεις. Να θυμούνται και να συναισθάνονται ότι στην πνευματική τους διακονία χωρίς τον Κύριο δεν θα μπορούσαν τίποτε να επιτύχουν, ενώ με τη δική του δύναμη θα μπορούσαν να κάνουν τα πάντα. Άδεια τα δίχτυα χωρίς την ευλογία του. Γεμάτα όταν τα ευλογούσε ο Χριστός.
Όταν ο Πέτρος είδε το θαύμα έπεσε στα γόνατα και παρακαλούσε τον Ιησού: Κύριε, φύγε από κοντά μου γιατί είμαι αμαρτωλός άνθρωπος. Ομοίως και οι φίλοι τους, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, είχαν μείνει έκπληκτοι από το θαύμα που έβλεπαν. “Μη φοβάσαι, απαντά ο Ιησούς, από σήμερα θα ψαρεύεις ανθρώπους.” Εκείνοι τότε, αφού τα άφησαν όλα, τον ακολούθησαν. Ποιά είναι αυτά που άφησαν οι πρώτοι απόστολοι; πρώτα πρώτα τις βάρκες, τα δίχτυα και τα ψάρια. Παράτησαν κάθε δραστηριότητα, δεν νοιάστηκαν ούτε να πουλήσουν την ψαριά και να διαθέσουν έστω τα χρήματα στην οικογενειά τους. Άφησαν τα σπίτια τους και την οικογένειά τους, ο Πέτρος την γυναίκα του και οι άλλοι τους γονείς τους. Δεν γύρισαν πίσω να πάρουν μαζί τους ούτε τροφές ούτε ενδύματα. Τα άφησαν όλα, και ακολούθησαν τον Χριστό.
Ακούγοντας τα λόγια αυτά του Πέτρου «Ανήρ αμαρτωλός ειμί», «Είμαι αμαρτωλός άνθρωπος Κύριε», όπως τα λέει ο Πέτρος σκεφτήκαμε ποτέ άραγε, πόσοι από εμάς θα είχαμε την συναίσθηση να αναφωνήσουμε τα ίδια λόγια; Με την Χάρη του Θεού, γευόμαστε την αφθονία των ευεργεσιών του Θεού στη ζωή μας, αλλά συνήθως σκεφτόμαστε ότι αυτά τα αγαθά τα δικαιούμαστε, γιατί εργαζόμαστε, γιατί έχουμε χαρίσματα, γιατί είμαστε ικανοί, γιατί οι άλλοι μας οφείλουν καί για πολλούς ακόμη λόγους. Ο Πέτρος μπροστά στη δύναμη του Θεού συναισθάνεται το μέγεθος της αναξιότητάς του. Γνωρίζει μέχρι ποιου σημείου μπορεί να φτάσουν οι δυνατότητές του. Ξέρει ότι είναι ικανός ψαράς. Γνωρίζει πότε τα ψάρια προσελκύονται και πότε όχι.
Όμως μπροστά στο Χριστό συνειδητοποιεί το θαύμα της παρουσίας του Θεού στη ζωή του. Τότε όλες οι ικανότητες και οι γνώσεις του φαίνονται λίγες και ελλιπείς. Το μόνο που διακρίνει εύκολα είναι η ἁμαρτωλότητά του, η έλλειψη καθαρότητας στην ψυχή του. Αισθάνεται, ότι είναι ένα τίποτα, μπροστά στο Χριστό. Ένα τίποτα, που όμως το αγαπά ο Χριστός, και του το δείχνει μέ θαυμαστά σημεία. Ο Πέτρος Του ζητεί να κατέβει από το πλοίο, γιατί θεωρεί πως δεν μπορεί να αντέξει τη δύναμη της Θεότητας. Ο Χριστός όμως με τον τρόπο και τον λόγο Του, δείχνει την αναγκαιότητα της παρουσίας Του στη ζωή του Πέτρου και κατ’ επέκτασιν την δική μας.
Τέσσερα στοιχεία, η πίστη, η απλότητα, η υπακοή και η προθυμία, είναι κοινά σε όλους τους αγίους, σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που έβαλαν πάνω από τον εαυτό τους το Χριστό και την Εκκλησία. Είναι τα χαρακτηριστικά εκείνα που τους επέτρεψαν να ζουν και να κινούνται επάνω στη γη και παράλληλα να είναι πολίτες του Ουρανού. Είναι τα στοιχεία εκείνα που έχουμε όλοι μας ανάγκη προκειμένου να μη χάνουμε τον προσανατολισμό μας μέσα στον ωκεανό της ζωής και της βιοπάλης και να μην καταποντιζόμαστε από την καθημερινότητα. Η υπακοή ταπεινώνει τον άνθρωπο και η ταπείνωση εξουδετερώνει κάθε πειρασμική ενέργεια. Όπου ταπείνωση, εκεί ο διάβολος χάνεται. Όπου υπερηφάνεια κι εγωισμός, εκεί η παρουσία των δαιμόνων, οι πειρασμοί και τα πάθη. Γι’ αυτό η υπακοή είναι πολύ χαριτωμένη αρετή, επειδή οπλίζει με τόση ταπείνωση τον άνθρωπο όταν υπακούει εν γνώσει, για την αγάπη του Χριστού.
Ο άνθρωπος που δέχεται στην καρδιά του την αγάπη του Χριστού, ανυψώνεται στο «αρχαίο κάλλος της εικόνος του Θεού». Σ’ αυτήν ακριβώς τη μεταμορφωτική και ανυψωτική δυναμική, όπως ο Πέτρος μεταποιείται από απλό ψαρά σε «αλιέα ανθρώπινων ψυχών», έτσι και ο κάθε ένας από εμάς μπορεί να ακολουθήσει το δικό του παράδειγμα. Η ακολουθία όμως του Χριστού προϋποθέτει την απάρνηση όλων εκείνων των ψεύτικων στηριγμάτων, τα οποία αφήνουν τον άνθρωπο να κλυδωνίζεται στα κύματα των λογής κρίσεων που πλακώνουν και τον καταπλακώνουν. Προϋποθέτει σαφώς και τη μίμηση του παραδείγματος των αποστόλων, οι οποίοι «αφέντες άπαντα ηκολούθησαν αυτώ». Αμήν.
Του Αρχιμανδρίτου π. Ιερόθεου Παπαθανασίου