ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Γ' ΛΟΥΚΑ
Τρίτη Κυριακή του Λουκά σήμερα κι η ευαγγελική περικοπή της ημέρας μας παρουσιάζει δυο βασικές αλήθειες, η μια είναι ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Κύριος και Θεός μας. Με τη θεία ζωή και δύναμη Του νικάει το θάνατο. Η δεύτερη ότι ο Κύριος είναι η ελπίδα και η ζωή μας. Με την ένδοξη Ανάσταση Του μας άνοιξε το δρόμο για την αιώνια ζωή.
Ο Χριστός, ακολουθούμενος από τους μαθητές Του αλλά και από πολύ κόσμο, πήγαινε να κηρύξει στην πόλη Ναΐν. Καθώς έφτασαν στην πύλη της πόλεως, συνάντησαν μια νεκρική πομπή, κόσμο πολύ και μια χήρα μάνα που θρηνούσε το μονάκριβο γιο της. Όταν την είδε ο Κύριος, την σπλαχνίστηκε και τής είπε· -Μήν κλαις. Κι αφού πλησίασε, άγγιξε την σορό και είπε· -Νεαρέ, σ’ εσένα μιλώ, σήκω πάνω! Εκείνος τότε αναστήθηκε και ανακάθισε κι ο Χριστός τον παρέδωσε στην μητέρα του, της οποίας τα δάκρυα της λύπης μετατράπηκαν σε δάκρυα χαράς και ευγνωμοσύνης προς τον Θεό. Μεγάλο δέος κατέλαβε τότε τους παρισταμένους, οι οποίοι δόξαζαν τον Θεό λέγοντας ότι μεγάλος προφήτης φανερώθηκε ανάμεσά μας και ότι ο Θεός επισκέφθηκε τον λαό του. Έτσι η παρουσία και ο λόγος του Κυρίου αντέστρεψαν τους όρους, και το θαύμα της ανάστασης του νεανίσκου απέδειξε ότι ο Χριστός εξουσιάζει όχι μόνο τη ζωή αλλά και το θάνατο. Αυτός είναι η ζωή, η ανάσταση και το φως των ανθρώπων. Αυτός είναι η χαρά των αγγέλων. Αυτός είναι ο ποιμήν ο καλός που έδωσε τη ζωή του για να σωθούν τα πρόβατά του.
Γιατί, όμως, ο Κύριος λέει στη χήρα να μην κλαίει. Είναι δυνατόν να πεθαίνει το παιδί της και να μην δακρύζει; Είναι δυνατόν να μην απελπίζεται; Eίναι ποτέ δυνατόν να χάσει κάποιος τον δικό του άνθρωπο και να μην κλαίει; Δηλαδή, αποδοκιμάζει ο Κύριος τον πόνο και τα δάκρυα; Ασφαλώς και όχι. Κάθε άνθρωπος είναι φυσικό να δακρύζει ενώπιον του μυστηρίου του θανάτου. Ο λόγος του Ιησού προς τη χήρα «μή, κλαίε» είχε άλλο νόημα. Την καλεί να σταματήσει να κλαίει, διότι είναι σίγουρος για το θαύμα της αναστάσεως που θα ακολουθήσει. Φανερώνει λοιπόν με το θαύμα αυτό ο Χριστός την θεότητά του, την φιλανθρωπία του και την παντοδυναμία του. To γεγονός της ανάστασης του γιού της χήρας της Ναίν το αναφέρει μόνο ο ευαγγελιστής Λουκάς και έχει ως σκοπό να ρίξει φως στο δράμα της ζωής και του θανάτου. Ο θάνατος είναι η κατάλυση της ζωής και μπήκε στον κόσμο μετά την πτώση του ανθρώπου και είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας και της διακοπής των σχέσεών του με τον Θεό που είναι η πηγή της ζωής. Ο θάνατος πάντα μας δημιουργεί τρομακτικά συναισθήματα και μας αιφνιδιάζει, γιατί είναι κάτι έξω από τη φύση του ανθρώπου. Ο Χριστός δεν έχει καμία σχέση με τον θάνατο, αλλά με τη ζωή.
Ο Χριστός είναι ο νικητής του θανάτου. Δεν επιθυμεί ο Θεός τον ανθρώπινο πόνο, ούτε την οδύνη, ούτε τον θάνατο. Αυτά είναι αποτελέσματα των δικών μας επιλογών, και αν δεν τα αποτρέπει ο Θεός, όπως επίσης δεν αποτρέπει την πείνα, τους πολέμους, την αδικία κλπ, είναι γιατί δεν θέλει να καταλύσει το αυτεξούσιο του ανθρώπου και περιμένει από εμάς την ορθή και χρηστή άσκηση αυτής της ελευθερίας με την οποία μας έχει προικίσει. Ο θάνατος είναι το αποτέλεσμα της αμαρτίας του ανθρώπου. Οι Πρωτόπλαστοι, με την παρακοή τους, περιφρόνησαν την εντολή του Θεού κι εφαγαν απ ο το δέντρο του καλού και του κακού. Με τον τρόπο τους αυτό έδειξαν ότι δεν χρειάζονταν το Θεό στη ζωή τους. Με την πτώση μας, δηλαδή των πρωτοπλάστων, καταδικάσαμε τον εαυτό μας σε θάνατο. Έκαναν λανθασμένη διαχείριση του αυτεξουσίου της ελευθερίας τους. Ο Θεός όμως είναι η ζωή μας και το αληθινό φως του κόσμου. Αφού ο άνθρωπος αρνήθηκε με την αμαρτία του το Θεό, βρέθηκε αναγκαστικά στο θάνατο. έχασε το φως, που είναι ο Χριστός και βρήκε το σκοτάδι. Ο Κύριος με το σταυρικό θάνατο Του και την ένδοξη Ανάσταση Του κατάργησε το θάνατο και μας χάρισε την αγάπη και την αιώνια ζωή.
Η πίστη μας είναι βασισμένη στον άδειο τάφο του Ιησού. Η Ορθόδοξος Εκκλησία, η μία και μοναδική, είναι Εκκλησία της Αναστάσεως, γιατί το βάρος το δίνει στην Ανάσταση. Όλες οι Κυριακές του χρόνου είναι αφιερωμένες στην Ανάσταση. Αυτό ακούμε στην Εκκλησία την Κυριακή μέσα από τα καθίσματα, τα αναστάσιμα ευλογητάρια, τους κανόνες, τους αίνους, τα εωθινά Ευαγγέλια. Μαρτυρούν την Ανάσταση του Σωτήρος.
Ο Χριστός με την δύναμη της θεότητάς του ανασταίνει το νεκρό παιδί και τον χαρίζει στην μητέρα του. Αυτός είναι και ο σκοπός του Θεού για τον κάθε άνθρωπο, να καταργήσει τον θάνατο και να ζωοποιήσει τον νεκρωμένο από την αμαρτία άνθρωπο. Την ευσπλαχνία Του προς τη δυστυχισμένη εκείνη γυναίκα τη δείχνει με πολλούς τρόπους ο Χριστός. Δε ζήτησε απ’ αυτήν να εκδηλώσει την πίστη της προς το σεπτό πρόσωπό Του, ούτε διαπραγματεύτηκε μαζί της τίποτε, ούτε καν προσευχήθηκε, αλλά με το πρόσταγμά του ανέστησε το νεαρό παιδί της χήρας. Το άγγιγμα του Κυρίου είναι ζωοποιό. Ασφαλώς θα αισθανθούμε την παρουσία του Θεού, θα νιώσουμε την ευσπλαχνία Του. Η μετάληψη του σώματος και του αίματος του Χριστού μας δίνει αυτή τη δυνατότητα. Καταλαβαίνουμε την επίσκεψη του Θεού μέσα μας. Νιώθουμε την ένωσή μας μαζί Του. Πολλοί από τους αγίους της Εκκλησίας μας αισθανόντουσαν την παρουσία του Θεού μέσα στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Η συμμετοχή στο Δείπνο αυτό, μάς καθιστά από τώρα κοινωνούς της αιώνιας ζωής και δέκτες των πιο αναστάσιμων και ελπιδοφόρων μηνυμάτων. Μόνο η σταθερὴ βεβαιότητα ότι ὁ Χριστὸς είναι η Ζωή που νίκησε τον θάνατο μας δίνει την πληρότητα της χαράς και της ευτυχίας που αναζητούμε. Αμήν.
Του Αρχιμανδρίτου π. Ιερόθεου Παπαθανασίου