Χαιρετισμός
Μητροπολίτου Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας
κ. Ἱερωνύμου
στίς Ἐπετειακές Ἐκδηλώσεις Μνήμης
ἐπ’ ἀφορμῇ τῆς συμπληρώσεως 100 ἐτῶν
ἀπό τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς
Αἴγιο, 4 & 5 Ἰουνίου 2022
Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Συμπληρώνονται φέτος 100 χρόνια ἀπό τή Μικρασιατική Καταστροφή, τήν ὀδυνηρότερη ἐθνική συμφορά τῆς νεότερης ἑλληνικῆς ἱστορίας, ἡ ὁποία συνίσταται στήν κατάρρευση τοῦ μικρασιατικοῦ μετώπου, τήν ἀνελέητη πυρπόληση τῆς Σμύρνης, τή σφαγή ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων καί τόν βίαιο ξεριζωμό ἀπό τίς πατρογονικές τους ἑστίες ὅσων κατάφεραν νά ἐπιζήσουν, οἱ ὁποῖοι ἠθικῶς καταρρακωμένοι πῆραν τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς.
Μέχρι τότε, ἀρχῆς γενομένης ἀπό ἀρχαιοτάτων χρόνων, ἡ παρουσία τοῦ Ἑλληνικοῦ Στοιχείου στήν Ἀνατολή ἦταν ἰδιαίτερα ἔντονη. Ἐκεῖ οἱ Ἕλληνες μεγαλουργοῦσαν σέ πνευματικό, πολιτιστικό καί οἰκονομικό ἐπίπεδο, γεγονός πού ἀποτελοῦσε ἀφορμή ἀντίδρασης γιά τούς Νεοτούρκους, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἤδη ἀπό τό 1911 ἀποφασίσει τή γενοκτονία τῶν χριστιανῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου, τῆς Καππαδοκίας, τῆς Θράκης καί πολλῶν ἄλλων περιοχῶν.
Ἡ ἔξαρση τοῦ τουρκικοῦ ἐθνικισμοῦ, κυρίως κατά τό 1913 ἕως καί τό 1918, ἀποτυπώθηκε στούς συστηματικούς διωγμούς τῶν Μικρασιατῶν Ἑλλήνων, στίς βίαιες ἐκτοπίσεις, στήν οἰκονομική ἀφαίμαξη καί τέλος στά ἀποτρόπαια ἐγκλήματα εἰς βάρος τοῦ Ἑλληνικοῦ Στοιχείου, μέ στόχο τήν πλήρη ἐξόντωσή του.
Ἡ πολιτική τῆς ἐκκαθάρισης αὐτῆς συμπίπτει χρονικά μέ τό τέλος τοῦ Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου καί τήν Ἑλλάδα νά βρίσκεται σέ οἰκονομική δεινότητα καί πολιτική πόλωση, ἐνῶ οἱ ἐνδοσυμμαχικές συγκρούσεις καί διεκδικήσεις μαίνονταν. Ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος, στό πλαίσιο τοῦ φιλόδοξου προγράμματός του, ζήτησε ἀπό τούς Συμμάχους τήν προστασία τῶν χριστιανῶν τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἔτσι, ἀποφασίστηκε ἡ ἀπόβαση ἑλληνικοῦ στρατοῦ στή Σμύρνη, ἡ ὁποία πραγματοποιεῖται τόν Μάιο τοῦ 1919.
Ἔκτοτε ἀρχίζει μία περιπέτεια διαρκείας τριῶν χρόνων, ἡ ὁποία κορυφώνεται τό 1922 μέ τήν πυρπόληση τῆς Σμύρνης καί ἔμελλε νά σφραγίσει μέ τόν πλέον τραγικό τρόπο τή νεότερη ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους.
Ὁ ἀπολογισμός τῆς Μικρασιατικῆς Καταστροφῆς μόνο δραματικός, τραγικός καί ὀδυνηρός μπορεῖ νά χαρακτηριστεῖ. 1.500.000 Ἕλληνες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ξεριζώθηκαν ἀπό τίς ἑστίες τους καί ἀκολούθησαν τόν δύσβατο δρόμο τῆς προσφυγιᾶς, ἐνῶ οἱ ἐξοντωθέντες καί ἀγνοούμενοι ὑπολογίζονται σέ 500.000.
Περίπου 2.500 ἐκκλησίες καί 3.800 σχολεῖα μετατράπηκαν σέ τζαμιά, στάβλους ἤ ἐρείπια. Ὁ κλῆρος διώχθηκε βάναυσα∙ ἀπό τούς 450 κληρικούς τῆς Ἐπαρχίας τῆς Σμύρνης, οἱ 347 βρῆκαν φρικτό θάνατο. Ἀνάμεσά τους καί ὁ Ἱερομάρτυρας καί Ἐθνομάρτυρας Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος, ὁ ὁποῖος ἀρνούμενος νά διαφύγει, παρέμεινε μέ γενναιότητα καί, ἐν τέλει, μαρτύρησε μέ τόν πλέον εἰδεχθῆ τρόπο, καθώς, ἀφοῦ τοῦ ξερίζωσαν τά γένια καί τοῦ ἔβγαλαν τά μάτια, τόν ἔσυραν στούς δρόμους καί τόν κατακρεούργησαν.
Οἱ ἐπιζῶντες, ὅπως προαναφέρθηκε, πῆραν τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς. Μέ τήν ἀπογραφή τοῦ 1928 τό σύνολο τῶν προσφύγων στήν Ἑλλάδα ὑπολογίζεται σέ περίπου 1.222.000.
Τό Ἑλληνικό Κράτος, μέ τά πενιχρά μέσα πού διέθετε, προσπάθησε νά καλύψει τίς στοιχειώδεις ἀνάγκες τους καί στά τέλη τοῦ 1922, μέσα στίς πόλεις καί γύρω ἀπό αὐτές, ἄρχισαν νά δημιουργοῦνται οἱ πρῶτοι, κατά κάποιον τρόπο, ὀργανωμένοι οἰκισμοί. Ἕνας ἀπό αὐτούς εἶναι καί ὁ Συνοικισμός Νικολάου Πλαστήρα στήν πόλη μας.
Ὅπως σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα, ἔτσι καί ἐδῶ στήν περιοχή μας, οἱ εὐσεβεῖς Μικρασιάτες πρόσφυγες ἔφεραν μαζί τους τίς Ἱερές τους Εἰκόνες, Ἅγια Λείψανα καί Ἱερά Κειμήλια, ἱδρύοντας ἐν συνεχείᾳ ἐκκλησίες καί ἀποδεικνύοντας περίτρανα, γιά ἀκόμη μία φορά, ὅτι Ἑλληνισμός καί Χριστιανισμός εἶναι ἔννοιες ἄρρηκτα συνδεδεμένες.
Προσπάθησαν νά ἐνσωματωθοῦν στό νέο τους περιβάλλον μέ πίστη, θάρρος, ὑπομονή καί κυρίως ἀξιοπρέπεια. Ἀποτέλεσαν ἀκένωτες πηγές δημιουργικότητας, καινοτόμων ἰδεῶν, τρόπων καί μέσων, ζωντανεύοντας τίς ἀγροτικές περιοχές καί δίνοντας ὤθηση στόν οἰκονομικό καί ἐπιχειρηματικό τομέα τῆς χώρας. Μεγάλη ἦταν δέ καί ἡ συμβολή τους στόν πνευματικό καί πολιτιστικό τομέα, ἀφοῦ προέρχονταν κυρίως ἀπό τήν κοσμοπολίτικη Σμύρνη, ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα τότε ἐμπορικά καί πολιτιστικά κέντρα τῆς Μεσογείου.
Τό γεγονός ὅμως αὐτό, ἀδελφοί μου, ὅτι δηλαδή ἐκδιωγμένοι ἀπό τήν πατρώα γῆ τους, κατάφεραν μέ πίστη καί ἀμείωτο ψυχικό σθένος νά ὀρθοποδήσουν, δέν ἀπαλλάσσει τῶν εὐθυνῶν τούς ὑπαιτίους τῆς καταστροφῆς, οἱ ὁποῖοι ἔδρασαν μέ ἄξονα τόν φανατισμό καί τόν ἐπεκτατισμό.
Ἐντούτοις, ὡς κύρια αἰτία τῆς καταστροφῆς μποροῦμε νά θεωρήσουμε καί τόν Ἐθνικό Διχασμό, πού ἐπικρατοῦσε τότε στήν Ἑλλάδα, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ, δυστυχῶς, τή διαχρονική "ἀχίλλειο πτέρνα" τῆς ἑλληνικῆς φυλῆς. Ἡ ἴδια διχόνοια πού φυλάκισε τόν Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στό Παλαμήδι ἐγκλώβισε ἀργότερα ἀνθρώπινες ψυχές στή δίνη τοῦ πολέμου καί στόν μονόδρομο τῆς προσφυγιᾶς.
Ἀδελφοί μου,
Εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη νά διατηρήσουμε ζωντανή τήν ἀνεκτίμητη συλλογική Μνήμη, τιμῶντας τή θυσία στά πεδία τῶν μαχῶν τῶν ἐπωνύμων καί ἀνωνύμων ἡρώων μας, ἀλλά καί τά βασανιστήρια τοῦ ἀθώου πληθυσμοῦ, ὁ ὁποῖος, ἄν καί γίνεται ὁ τελικός ἀποδέκτης τῶν σκοτεινῶν καί πονηρῶν δυνάμεων, ἀντιστέκεται μέ πίστη στόν Θεό, μέ ἀγάπη στήν Πατρίδα καί μέ αὐτοσεβασμό. Αὐτό, ἄλλωστε, μᾶς διδάσκει καί ἡ αὐτοθυσιαστική πράξη τῶν γυναικῶν στά Πετρωτά τῆς Σμύρνης, ὅπου ἔπεφταν στόν γκρεμό μαζί μέ τά παιδιά τους, ὡς ἄλλες Σουλιώτισσες στό Ζάλογγο, γιά νά γλιτώσουν τόν ἐξευτελισμό τους ἀπό τόν ἐχθρό.
Ὀφείλουμε νά μελετοῦμε τήν ἱστορία μας καί νά τήν διατηροῦμε ἀνόθευτη δογματισμοῦ καί φανατισμοῦ, ἀφουγκραζόμενοι παράλληλα τά διδάγματα, τά ὁποῖα μᾶς προσφέρει, ἀκόμη καί μέσῳ τραγικῶν γεγονότων, ὅπως εἶναι ὁ πόλεμος καί ἡ ἐκδήλωση ρατσιστικῆς συμπεριφορᾶς ἐναντίον τῶν λαῶν. Ἄλλωστε, πρῶτος ὁ Θουκυδίδης χαρακτηρίζει τόν πόλεμο ὡς "βίαιο διδάσκαλο".
Ἡ ζῶσα ἱστορική Μνήμη εἶναι πολύτιμη γιατί διδάσκοντάς μας τήν ἐμπειρία τοῦ παρελθόντος, μᾶς θωρακίζει μέ δύναμη ὥστε νά ἀντιστεκόμαστε, μέ ἐθνική ἑνότητα καί ὁμοψυχία, σέ κάθε ἐπιβουλή, χτίζοντας τό παρόν ἐπί τῆς βάσεως τοῦ διαλόγου καί τῆς συνεργασίας, χωρίς διακρίσεις καί μισαλλοδοξία καί προσβλέποντας σέ ἕνα μέλλον, ὅπου θά ἐπικρατεῖ ὁ σεβασμός στά ἀνθρώπινα δικαιώματα, ὁ ἐθνισμός, δηλαδή ὁ γνήσιος πατριωτισμός καί ὄχι ὁ σοβινισμός, ἡ συναδέλφωση τῶν λαῶν καί ἡ παγκόσμια εἰρήνη, δεόμενοι, μέ πίστη καί ἐλπίδα, τῆς βοηθείας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί, ὅπως πολύ εὔστοχα εἶχε ἐπισημάνει στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰώνα ὁ ἀκαδημαϊκός καί φιλέλληνας Φρανσουά Πουκεβίλ: «Οἱ Ἕλληνες εἶναι εὐλογημένοι νά ἐπιβιώσουν γιατί κουμάντο κάνει μία γυναίκα - μητέρα, ἡ Παναγία».