Ομιλία
Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου
π. Αγαθονίκου Τσάκαλου
Ιερατικού Προϊσταμένου
Ιερού Ναού Κωνσταντίνου και Ελένης
και Θεοπρομήτορος Άννης Συνοικισμού Αιγίου
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ!
Μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τίς εὐχές Σας Σεβασμιώτατε, εἰσερχόμαστε στήν δεύτερη ἑβδομάδα τοῦ ἁγίου Τριωδίου.
Ἤδη τήν περασμένη πρώτη Κυριακή, ἡ Ἐκκλησία μας διά τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, μᾶς παιδαγώγησε στήν μεγάλη ἀρετή τῆς ταπεινοφροσύνης. Σήμερα διά τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς μᾶς μαθήτευσε στην ἐπίσης μεγάλη καί σωτήρια διαδικασία τῆς μετάνοιας, με ἰδιαίτερη ἔμφαση στην ἐπιδειχθείσα εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ Πατέρα, γι’ αὐτό, ἄλλωστε, ἡ παραβολή τοῦ Ἀσώτου ἀποκαλεῖται καί παραβολή τοῦ σπλαγχνικοῦ Πατέρα.
Ἔτσι, ἀφοῦ προηγουμένως Σεβασμιώτατε, Σᾶς εὐχαριστήσω για τήν τιμή πού μοῦ κάνετε να με ὁρίσετε σήμερα ὁμιλητή, ἐν συνεχείᾳ ἐξαιτοῦμαι τίς εὐχές Σας για τήν διακονία τοῦ λόγου. Λόγος, τον ὁποῖον θά στηρίξουμε στήν σημερινή εὐαγγελική παραβολή και θά προσπαθήσουμε να εἰσχωρήσουμε σέ τρεῖς νοηματικές ἑνότητες.
Τά πρόσωπα τῆς παραβολῆς εἶναι τρία, ὁ πατέρας, ὁ πρεσβύτερος γιός καί ὁ νεώτερος γιός. Ἡ πρώτη ἑνότητα, ἀφορᾶ τήν θέση τοῦ νέου πρό τῆς φυγῆς. Ἡ δεύτερη ἑνότητα, τήν φυγή και ἀποστασία καί ἡ τρίτη ἑνότητα τήν διαδικασία τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀναφορές, σύμφωνα με τήν διήγηση τοῦ ἱεροῦ κειμένου, ἀλλά και μέ προσεγγίσεις στήν σύγχρονη πραγματικότητα.
Αὐτό τό προβληματικό παλικάρι, αὐτός ὁ «νεώτερος» γιός, ζοῦσε μέσα στό σπίτι τοῦ πατέρα του. Στην ἀτμόσφαιρα τῆς στοργῆς και τῆς φροντίδας. Στήν κατάφαση τῆς ἀγάπης και στην ἀφθονία τῶν ἀγαθῶν. Δέν ἀπολάμβανε μόνο τό μερίδιο τῆς ὕλης, πού, ὅταν ἀποχώρησε, το πῆρε κοντά του, τήν περιουσία, πού μποροῦσε να μετρηθεῖ και να μεταβιβαστεῖ. Μέσα στό σπίτι γευόταν την ἀγάπη, μοιραζόταν τήν τιμή τοῦ πατρικοῦ ὀνόματος. Δεχόταν την ἐκτίμηση και την ἀναγνώριση. Ἦταν παιδί καί εἶχε θέση κυρίαρχη στήν πατρική καρδιά. Ἦταν κληρονόμος καί ἐξουσίαζε τό μερίδιο τῆς πατρικῆς περιουσίας. Ἦταν ἄρχοντας καί δεχόταν τήν φροντίδα τῶν ὑπηρετῶν καί τήν ἐκτίμηση τῶν φίλων. Καί ὅμως, αὐτό δέν τό ἔνοιωθε. Δέν τό συνειδητοποιοῦσε. Δέν διέθετε τόν εὐαίσθητο δέκτη γιά νά συλλάβει τήν ἔνταση τῆς πατρικῆς στοργῆς. Δέν ἦταν ὁπλισμένος μέ τό καθαρό μάτι, γιά νά καταμετρήσει τον ὄγκο καί τήν φύση τῶν προσφορῶν τοῦ πατέρα του.
Ἀπό την εἰκόνα τῆς παραβολῆς, ἄς ἔλθουμε στήν πραγματικότητα.
Ὅλοι μας, ἀδελφοί μου, κινούμαστε μέσα στό σπίτι τοῦ Πατέρα μας, τοῦ Θεοῦ. Ζοῦμε μέσα στην οἰκουμένη, πού εἶναι κτίσις δική Του καί Βασίλειο τῆς σοφίας Του καί τῆς ἀγάπης Του. Γευόμαστε την ὕλη καί ἀπολαμβάνουμε τίς εὐλογίες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τίς δωρεές καί τά δῶρα τοῦ Θεοῦ.
Στήν παραβολή, ὁ ὅρος «οὐσία» δέν σημαίνει μόνο τίς ὑλικές παροχές, ἀλλά εἶναι εὑρύτερος καί περιλαμβάνει καί τίς πνευματικές δωρεές. Ὁ ἀγαθός Θεός Πατέρας μας, δέν μᾶς δίνει μόνο τό ψωμί καί τό ροῦχο, τίς τροφές πού συντηροῦν τήν ὑπόσταση καί τήν ὕλη, πού σκεπάζει τό κορμί μας.
Ἡ ἀγάπη Του ἀπροσμέτρητη. Καλύπτει ὁλόκληρο τό φάσμα τῆς ζωῆς μας καί τροφοδοτεῖ μέ ἀπόλυτη ἰσορροπία τήν σάρκα μας και τό πνεῦμα μας.
Εἶναι σέ ὅλους μας γνωστή ἡ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού μιλάει γιά τίς πνευματικές παροχές, ὡς καρπούς τοῦἉγίου Πνεύματος, καί αὐτές εἶναι: «ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια»! Ὅλα αὐτά μᾶς τά ἐμπνέειἘκεῖνος, μᾶς τά χαρίζει Ἐκεῖνος. Τά ἀπολαμβάνουμε καί τά κάνουμε κτῆμα μας, περιουσία μας. Τρεφόμαστε μέ αὐτά καί ἀναπτυσσόμαστε, «εἰς ἄνδραν τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ»!!
Ὡστόσο καί ἐμεῖς δέν τά ἐκτιμοῦμε. Ζοῦμε μέσα στήν ἀτμόσφαιρα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί δέν τό συνειδητοποιοῦμε. Μετέχουμε στήν «περιουσία» Του καί δέν νοιώθουμε τήν τιμή. Παίρνουμε τά δῶρα Του καί δέν διατυπώνουμε τό «εὐχαριστῶ» μας. Δεχόμαστε τήν σπορά τῶν χαρισμάτων Του στήν ψυχή μας καί δέν φουσκώνει ἡ ὕπαρξή μας ἀπό εὐγνωμοσύνη. Τό θεωροῦμε φυσικό ν’ ἀναπνέουμε τόν ἀέρα, νά γευόμαστε τούς καρπούς, νά λουζόμαστε στό φῶς τοῦ ἥλιου, νά δροσιζόμαστε μέ τό κρυστάλλινο νερό. Καί ἀκόμα, νά θεωροῦμε σάν ἀσήμαντο τό ὅτι μᾶς ποτίζει μέ τήν χάρη Του, μᾶς τρέφει πνευματικά μέ τήν ἄσπιλη Σάρκα τοῦ Υἱοῦ Του, μᾶς χειραγωγεῖ μέ τούς Ἀγγέλους Του, μᾶς ἀνοίγει διάπλατα τίς πόρτες τῆς Βασιλείας Του.
Πόσο μοιάζουμε ἤ εἴμαστε ἴδιοι ἤ μήπως ξεπερνᾶμε καί τόν ἄσωτο τῆς παραβολῆς!!! Ὅλα τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ τά συμπυκνώνουμε στήν λίστα τῶν σχετικῶν ἀγαθῶν και τά δεχόμαστε με ἀδιαφορία καί πολλές φορές μέ μεμψιμοιρία, τά θεωροῦμε πάντα δεδομένα· Δέν βαριέσαι καημένε…Καί τί ἔγινε…
Παιδιά ἀτίθασα καί ἐμεῖς, ἔχουμε ἕτοιμο καί πρόχειρο στα χείλη μας τό παράπονο, «νεώτεροι» γιοί στήν οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, πληγώνουμε τόν Πατέρα μας μέ τόν πικρό λόγο τῆς ἀνταρσίας καί τῆς διάθεση τῆς φυγῆς.
Αὐτό εἶναι τό τραγικό λάθος μας. Τό μεγάλο ἁμάρτήμά μας, ὁ γλιστερός βηματισμός μας. Δέν μᾶς γεμίζει ἡ ἀγάπη. Δέν μᾶς συγκινοῦν τά ἀνυπολόγιστα δωρήματα, καί τότε κάνουμε το ἑπόμενο βῆμα, αὐτό τῆς «ἀποστασίας»! «Συναγαγών ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱός ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν».
Ὁ νέος ἄνθρωπος, πού εἶναι τύπος δικός μας, μάζεψε τό μερίδιο τῆς πατρικῆς κληρονομιᾶς καί ὅρμησε στό ἄγνωστο. Τήν περιουσία τήν ἤθελε καί τήν ζήτησε. Τήν σκιά τοῦ πατέρα του τήν φοβόταν. Καί προσπάθησε νά φύγει μακριά. Πορεύτηκε σέ χώρα ἄγνωστη. Νά ζήσει τήν ἐλευθερία του. Να ἀπολαύσει τήν μοναξιά του. Σέ μιά σχισματική, πλασματική χειραφέτηση. Σέ τρόπο ζωῆς πού νά μήν προϋποθέτει ἐξάρτηση, σέ ἀποφάσεις πού δέν χρειαζόταν νά δώσει ἀναφορά. «Καί ἐκεῖ διεσκόρπισε τήν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως», μᾶς λέει τό ἱερό κείμενο. Αὐτά πού πῆρε ἀπό τόν πατέρα του καί τά μάζεψε μέ βιασύνη, τά σκόρπισε. Τά δαπάνησε στήν ἄσωτη ζωή. Ἔτσι, πού νά μείνει δίχως τό παραμικρό ἐφόδιο. Καί δίχως τήν φροντίδα τῆς ἀγάπης, πού θά μποροῦσε νά ἀναπληρώσειτό κενό καί νά ξαναγεμίσει τό βαλάντιο.
Ἕνα ἀπό τά τροπάρια τῆς σημερινῆς ἀκολουθίας πού ἑρμηνεύει αὐτό τόν εὐαγγελικό στίχο καί πού μιλάει σέ ὕφος ἐξομολογητικό, βάζει στά χείλη τοῦ ἀσώτου τούτη τήν κραυγή: «ἥμαρτον ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν σου ἀγαθέ· ἐσκόρπισα τόν πλοῦτον τῶν χαρισμάτων σου».
Ἐκεῖνα πού ὁ πατέρας μάζεψε μέ φροντίδα καί δώρησε μέ ἀγάπη, τά σκόρπισε ὁ ἄσωτος στούς ἀνέμους τῆς διαφθορᾶς καί ἀπόμεινε φτωχός, πεινασμένος, ρακένδυτος.
Ἡ λειτουργική διατύπωση εἶναι χαρακτηριστική. Ὁ ἄσωτος δέν σκόρπισε μόνο τά χρήματα. Σκόρπισε τόν πλοῦτο τῶν χαρισμάτων τοῦ πατέρα του. Ὅλα ἐκεῖνα πού ἀποτελοῦσαν τόν πλοῦτο. Ὅλα ἐκεῖνα πού τοῦ δόθηκαν σάν περιουσία καί σάν κληρονομιά.
Τό ἴδιο γίνεται μέ ὅλους μας. Φεύγοντας μακριά ἀπό τόν Θεό, δεν περνᾶμε μέ ἁπλό τρόπο στήν χειραφέτηση καί στήν ἐλεύθερη προσωπική χρήση τῆς ὕλης. Χωρίς νά τό συνειδητοποιοῦμε, ἀρχίζουμε τό σκόρπισμα τῶν χαρισμάτων Του. Πραγματοποιοῦμε τήν ἐξανέμιση τῆς περιουσίας Του.
Εἶναι σημαντικό, πώς, τήν ἐποχή μας, ἐποχή τῆς ἀποστασίας καί τῆς διακοπῆς τῆς κοινωνίας μέ τόν Πατέρα μας, τόν Κύριο τῆς Δημιουργίας, ἀρχίζουμε καί μιλᾶμε ἀνοιχτά γιά τήν σπάταλη χρήση τῶν πρώτων πηγῶν τῆς ἐνέργειας καί τοῦ ὑλικοῦ πλούτου. Καί φτάνουμε σέ τόσο ἀπαισιόδοξες ἐκτιμήσεις, πού νά διακηρύττουμε, πώς ὕστερα ἀπό λίγα χρόνια θά τίς ἐξαντλήσουμε πέρα γιά πέρα καί θά ἀντιμετωπίσουμε τό φάσμα τῆς καταστροφῆς.
Παράλληλα ὅμως, μέ τήν σπατάλη τῆς ὕλης, πού μπορεῖ νά γίνει ἀπό ἕνα πρόσωπο ἤ ἀπό τήν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη, ἡ ἄφρονη κατάχρηση, σάν θύελλα ὁρμητική, διασκορπίζει καί τά πνευματικά δωρήματα τοῦ Θεοῦ καί ἀφήνει τελείως ἔρημη τήν ὕπαρξή μας. Στήν μακρινή χώρα, πού δέν τήν σκιάζει ἡ παρουσία τοῦ μεγάλου Πατέρα μας καί δέν τήν θερμαίνει ἡ ἀγάπη Του, ὅλα φθείρονται, ὅλα ἀφανίζονται· καί ἡ ἱκμάδα τῆς πνευματικῆς ζωῆς καί οἱ καρποί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τότε φθάνουμε στήν φτώχεια καί στό λιμό. Ὁ ἄσωτος ἔνοιωσε την πείνα νά τοῦ σκίζει τά σωθικά καί φώναξε: «λιμῷ ἀπόλλυμαι». Καί ἐμεῖς σήμερα, σέ ἕνα τραγικό γύρισμα τῶν καιρῶν, μιλᾶμε ἀκατάπαυστα γιά τό κενό, γιά τήν στέρηση καί γιά τήν πνευματική πεῖνα· παρ’ ὅτι κολυμπᾶμε στήν ὕλη καί ὑπηρετοῦμε ἀδιαμαρτύρητα τήν καταναλωτική νοοτροπία τῆς ἐποχῆς μας, ἡ κραυγή τοῦ ἀσώτου περνάει στά χείλη μας καί μᾶς ἐκφράζει με ἀκρίβεια.
Τό κενό, τό χάος, το ἄγχος εἶναι τά σύνδρομα τῆς πνευματικῆς μας φτώχειας, τῆς χρεωκοπίας μας στήν μακρινή χώρα τῆς ἀποστασίας μας. Τῆς φθορᾶς καί τῆς διαφθορᾶς, πού πραγματοποιήθηκε μέσα μας. Τῆς ψυχικῆς μας γύμνιας, πού δέν μπορεῖ να ἀποκρυβεῖ. Δεν μᾶς τρέφει καί δέν μᾶς ντύνει χαρισματικά ὁ Θεός. Καί περιφέρουμε την πεῖνα μας καί τήν ἀποκρουστική γυμνότητά μας.
Καιρός νά δοῦμε καί τήν τρίτη εἰκονα πού ἀντιστοιχεῖ στή φάση τῆς ἐπιστροφῆς. Ὁ ἄσωτος κουρασμένος, πικραμένος, ἀπογοητευμένος μέ τήν γεύση τῶν διαψεύσεων, πῆρε τό δρόμο τοῦ γυρισμοῦ. Ἀναζήτησε τό φιλόξενο σπίτι. Λαχτάρησε τή γαλήνια πατρική φυσιογνωμία. Ὑπολόγισε καί τό ψωμί, πού θά μποροῦσε νά χορτάσει, δείχνοντας ἔντιμη μετάνοια καί παίρνοντας κάποια θέση ἀνάμεσα στούς δούλους.
«Ἀναστάς πορεύσομαι πρός τόν πατέρα μου». Καί γύρισε καί τί βρῆκε; Τήν ἀνοιχτή πατρική ἀγκαλιά. Γεύτηκε τήν συγχώρηση. Βίωσε τήν ἀποκατάσταση. Και ἀπό ἐκεῖ καί πέρα τήν στοργή, τήν φροντίδα, ὁλόκληρο τόν πατρικό πλοῦτο.
Ὁ πατέρας, μέ μάτια πού ἔτρεχαν τόν κοίταξε, καί μέ χείλη πού ἔτρεμαν, ἔδωσε τήν ἐντολή: «ἐξενέγκατε τήν στολήν τήν πρώτην καί ἐνδύσατε αὐτόν, καί δότε δακτύλιον εἰς τήν χεῖρα αὐτοῦ καί ὑποδήματα εἰς τούς πόδας, καί ἐνέγκαντες τόν μόσχον τόν σιτευτόν θύσατε καί φαγόντες εὐφρανθῶμεν».
Δῶστε του τά πρῶτα ροῦχα, τά ὁλοκάθαρα. Ἐκεῖνα πού φοροῦσε στά ἁγνά παιδικά του χρόνια. Και σφᾶξτε τό μοσχάρι τό σιτευτό, γιά νά στήσουμε χαρᾶς πανηγύρι. Σάν νά μήν εἶχε πληγωθεῖ καθόλου ἡ πατρική καρδιά. Σάν νά κρατοῦσε σέ ὅλο αὐτό τό χρονικό διάστημα κενό τόν θρόνο, γιά νά ἀνεβάσει καί πάλι ἐκεῖ τό ταλαιπωρημένο, μά ἀγαπημένο παιδί του.
Ἀποκατάσταση καί κοινωνία! Τί περιεκτικές λέξεις! Καινούργια μετοχή στά ἀγαθά καί γέμισμα μέ τά χαρίσματα.
Ὁ πρίν ἄσωτος καί πεινασμένος ζωντάνεψε καί χόρτασε. Ἔζησε ξανά σάν
ἄνθρωπος καί σάν παιδί. Σάν μέλος τῆς οἰκογένειας καί σάν κληρονόμος τοῦ ὀνόματος καί τῆς περιουσίας.
Προσπαθῆστε, ἀδελφοί μου, νά δῆτε ὅλη αὐτή τή διαδικασία τῆς ἐπιστροφῆς σάν σέ πίνακα ζωγραφικό, ὥστε νά θαυμάσετε καί νά χαρεῖτε τό μεγαλεῖο, τήν χαρά, τήν γλυκύτητα τῆς ἐπιστροφῆς στό Θεό. Νά λάβετε ἐμπειρία, τί σημαίνει ἐπανασύνδεση μέ τό πρόσωπο τοῦ Θεοῦ καί τῆς ἀγάπης Του.
Γυρίζοντας στόν Θεό δέν κάνουμε μιά τυπική πράξη. Δέν ἀρχίζουμε νά ὁμολογοῦμε ξανά πίστη στήν ὕπαρξή Του καί στήν παρουσία Του. Παίρνοντας τό μονοπάτι τῆς ἐπιστροφῆς, γυρίζουμε στή θεϊκή, θερμή ἀγκαλιά καί ξαναμπαίνουμε στήν πατρική θαλπωρή καί στήν φροντίδα Του.
Ἡ ὁμολογία «ἥμαρτον εἰς τόν οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου», εἶναι μια ἀπαρχή, ἕνα ξεκίνημα, πού μᾶς ξεσηκώνει ἀπό τήν ἔρημη χώρα τῆς ἀποστασίας καί μᾶς φέρνει ἐκεῖ πού δεσπόζει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατέρα. Καί Τόν συναντᾶμε. Τόν βρίσκουμε. Ἀντικρύζουμε τό πρόσωπό Του. Ἀκοῦμε τόν λόγο Του. Καί στή συνέχεια αἰσθανόμαστε τά θεϊκά Του χέρια νά τυλίγονται γύρω ἀπό τόν τράχηλό μας καί νά μᾶς σφίγγουν μέ πόθο πατρικό. Ἀπό ἐκεῖ καί πέρα ἀρχίζει ἡ κοινωνία καί ἡ μετοχή στόν πλοῦτο Του καί στά δωρήματά Του.
Δέν ὑπάρχει ἀπόσταση πού νά μᾶς χωρίζει. Δέν ὑπάρχει ἄρνηση πού νά μᾶς πικραίνει. Ὁ Θεός δίνει καί δίνεται. Καί ἐμεῖς κοινωνοῦμε καί γεμίζουμε. Σάν γνήσια παιδιά. Σάν μέλη ὀργανικά τοῦ Ἱεροῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Σάν πολίτες τῆς Βασιλείας Του.
Σεβασμιώτατε.
Ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου, πού ἀκούσαμε σήμερα ἀπό τό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα, θεωρεῖται, ὡς γνωστόν, ἀπό τά ὡραιότερα κείμενα τῆς παγκόσμιας φιλολογίας. Πρόκειται γιά τήν αἰώνια περιπέτεια τοῦ ἀνθρώπου, μέσα στόν χρόνο καί τήν ἱστορία, νά ἐγκαταλείπει πάντα τήν βεβαιότητα καί τήν ἀσφάλεια, καί νά ἀναζητᾶ τό ἀνέφικτο καί τό ὄνειρο, καί στό τέλος, σοφότερος ἀπ’ αὐτή τήν περιπέτεια τῆς ζωῆς του, να ἐπιστρέφει στήν πατρῶα οἰκία καί στίς βασιλικές ρίζες, ὅπου τελικά καί ἀναπαύεται. Μέσα σ’ αὐτήν τήν διαδικασία καί τήν ἀλληλουχία τῶν γεγονότων, τῆς φυγῆς, τῆς περιπέτειας, τῆς γνώσης τῆς ζωῆς, τῆς ἀπογαλάκτισης καί τῆς ἄνδρωσης, φτάνει κανείς σέ ἕνα τέλος, ἀρκεῖ τό τέλος νά εἶναι ἡ πατρική οἰκία. Ἐξάλλου, ἡ πνευματική ζωή δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία διαρκής πνευματική περιπέτεια.
Οἱ νέοι πάντα φεύγουν. Ἡ περιπέτεια εἶναι στο αἷμα τους. Θέλουν νά ἀπομακρυνθοῦν ἀπό αὐτό πού ζοῦν καί ξέρουν, νά ἀναζητήσουν νέους κόσμους, νά ἀποκτήσουν νέες ἐμπειρίες. Εἶναι ἀδιανόητο καί ἀφύσικο νά μήν ἐπιδιώξουν νά ἀμφισβητήσουν τό παρελθόν, νά ἀποστασιοποιηθοῦν ἀπό τήν παράδοση τῶν παλιότερων γενεῶν, νά μήν ἀναζητήσουν να φτιάξουν τόν δικό τους κόσμο. Βέβαια, σ’ αὐτήν τήν προσπάθεια ἀναγκαῖο εἶναι τό ξόδεμα τῆς πατρικῆς περιουσίας. Αὐτό εἶναι τό σύνηθες.
Δέν ὑπάρχει περίπτωση πού ἕνα νέο παιδί νά μήν χαρακτηρισθεῖ ἀπείθαρχο, νά μήν αἰφνιδιάσει μέ τίς ἀποφάσεις του, νά μήν μᾶς κάνει νά πονέσουμε μέ τόν ἀποχαιρετισμό του καί τήν φυγή του. Ἡ ἱστορία πάντα ἔτσι κινεῖται καί διαμορφώνεται, μέ θετικές καί ἀρνητικές ἀποφάσεις, μέ τήν ὑπακοή καί τήν πειθαρχία τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ, μέ τήν ἐπανάσταση καί τήν ἀσωτία τοῦ νεωτέρου. Ἀρκεῖ στόν ὁρίζοντα νά μήν χαθεῖ τό πατρικό σπίτι. Τό μεγάλο μήνυμα βρίσκεται στό γεγονός τῆς πατρικῆς ἀγάπης καί στή δυνατότητα ἐπιστροφῆς, ἀφοῦ ἡ πατρική οἰκία παραμένει ἀκόμη γι’ αὐτόν ἀνοιχτή. Ἡ ἐπιστροφή ἀπό τή χώρα τῆς ἀσωτίας, δέν θά εἶχε νόημα, ἐάν δέν ὑπῆρχε δυνατότητα ὑποδοχῆς ἀπό τόν πατέρα, στό πατρικό σπίτι.
Ἔτσι ὁ ἄσωτος υἱός βρίσκει ἀνοιχτή τήν εἴσοδο τῆς πατρικῆς οἰκίας. Αὐτό βέβαια, δέν πρέπει νά θεωρεῖται πάντοτε δεδομένο. Ὑπάρχει καί ἡ ἄλλη σκληρή πραγματικότητα. Συχνά οἱ ἐπιστροφές δέν γίνονται ἀποδεκτές. Ἡ πατρική οἰκία καί ἡ ἀγκαλιά εἶναι ἑρμητικά κλειστές καί ἡ μορφή τῆς ἀσωτίας κορυφώνεται στήν ἀποπομπή καί στήν τραγική ἀπόρριψη. Πολλές φορές οἱ κοινωνίες, ἰδιαίτερα οἱ ἐνάρετες, εἶναι κλειστές. Ἡ ἀγκαλιά τοῦ πατέρα τῆς παραβολῆς, ὅμως, εἶναι ἀνοιχτή. Συνεχίζει ν’ ἀγαπάει, ἐλπίζει καί προσμένει.
Αὐτό εἶναι τό ζητούμενο καί τό θαυμαστό τῆς παραβολῆς. Ἡ ἀγάπη καί ἡ κατανόηση τοῦ πατέρα εἶναι πρόσκληση διαρκείας γιά ἐπιστροφή. Ἡ ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπό τά μεγάλα δεδομένα τῆς ζωῆς. Αὐτό πού ἀναμένεται πλέον, εἶναι ἡ δική μας μετάνοια καί ἐπιστροφή.
Σᾶς εὐχαριστῶ.