Ομιλία του
Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Χρυσοστόμου Μυλωνά
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας
Με θέμα «Η Εκκλησία κατά τον Ιερό Χρυσόστομο»
Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα
Σεβαστοί Πατέρες
Αγαπητοί Αδελφοί.
Η Εκκλησία είναι Σώμα Χριστού και όχι σωματείο θρησκευομένων ανθρώπων ή κρατικό παράρτημα εθνικού κράτους, ούτε νομικό κατασκεύασμα καταστατικών χαρτών των παρερχομένων κρατικών οντοτήτων. Η ουσία της Εκκλησίας βρίσκεται στην ενότητα των πιστών γύρω από το τραπέζι της Θείας Ευχαριστίας με κεφαλή τον Επίσκοπο. Οι διάδοχοι των Αποστόλων πορεύονται ενωμένοι με τον πιστό λαό. Τον λαό που συμμετέχει στη Θεία Ευχαριστία. Τον λαό που εύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως».
Στην Ορθόδοξη Εκκλησία σε κανένα μέλος της δεν αναγνωρίζεται υπεροχή και εξουσιαστική θέση έναντι των άλλων. Οι όποιες διακρίσεις είναι πραγματικότητα εκτός της Εκκλησίας. Γράφει ο ιερός Χρυσόστομος: «Η γαρ πίστις και η του Πνεύματος χάρις, την εκ των κοσμικών αξιωμάτων ανωμαλίαν περιελούσα, εις μίαν άπαντας έπλασε μορφήν και εις ένα απετύπωσε χαρακτήρα, τον βασιλικόν». (PG 59, 75).
Βασίλειον ιεράτευμα, λαός περιούσιος όλοι οι πιστοί της Εκκλησίας.
Όλοι οι πιστοί ανεξάρτητα από φυλή, καταγωγή, φύλο, κοινωνική τάξη, ηλικία γίνονται τέκνα του Χριστού αποκτώντας μεταξύ τους τέλεια ισοτιμία. «Καν δούλοι, καν ελεύθεροι, καν Έλληνες, καν βάρβαροι, καν Σκύθαι, καν άσοφοι, καν σοφοί, καν γυναίκες, καν άνδρες, καν άτιμοι, καν έντιμοι, καν πλούσιοι, καν πένητες, καν άρχοντες, καν ιδιώται, φησί, πάντες της αυτής ηξίωνται τιμής». (Ιωάννου Χρυσοστόμου «Εις την Ανάληψιν» PG 59, 784). Όλοι οι πιστοί είναι ίσοι μπροστά στον Χριστό και όλοι ποιμαινόμενοι «...πρόβατα και ποιμένες προς την ανθρώπων εισίν διάκρισιν, προς δε τον Χριστόν παν πρόβατα». (Εις Εφεσίους ομιλ. 11, PG 62, 81). Δεν υπάρχει καμία διάκριση εξουσίας ανάμεσα σε κληρικούς και λαϊκούς. «Ου μετά πλείονος μεν εγώ (δηλ. ο ιερεύς) δαψιλείας, υμείς δε μετά ελλάτονος μετέχομεν της ιεράς τραπέζης, αλλ’ ομοίως εκάτεροι ταύτης εφαπτόμεθα... το βάπτισμα το αυτό έχομεν, εκάτεροι πνεύματος ηξιώθημεν ενός, επί την αυτήν βασιλείαν σπεύδομεν εκάτεροι αδελφοί ομοίως εσμέν του Χριστού· πάντα ημών κοινά» (Ιωάννου Χρυσοστόμου. (Εις Β΄ Θεσσαλ. ομιλ. 4 PG 62, 492). Οι όποιες διακρίσεις στην εκκλησία είναι λειτουργικές. Οι διαφορές έχουν να κάνουν με τα διακονήματα του κάθε μέλους.
Η διακονία βέβαια δεν είναι εξουσιαστικής τάξεως αλλά αγαπητικής, αφού ο Πρώτος Διάκονος ο Χριστός τόσο πολύ αγάπησε τον άνθρωπο, που προσέλαβε τη φύση του. Διακονικό είναι και το λειτούργημα του κληρικού. Οι ιερείς και προπάντων οι Επίσκοποι είναι λειτουργοί-όργανα της Θείας Χάριτος και όχι ιδιοκτήτες Της ή αντιπρόσωποί Της. Η ιερωσύνη είναι αρχή πνευματική, αρχή αγάπης, θυσίας για τον κάθε πιστό, «ουκ έστιν αρχόντων τύφος, ουδέ αρχομένων δουλοπρέπεια, αλλά αρχή πνευματική, τούτω μάλιστα πλεονεκτούσα, τω πλέον των πόνων και της υπέρ υμών (του λαού) αποδέχεσθαι φροντίδος, ου τω τιμάς πλείους ζητείν». (Ιωάννου Χρυσοστόμου, (Εις Β΄ Κορινθίους Ομιλ. 18 PG 61, 527). Όλοι οφείλουν να φροντίζουν για την λειτουργική ενότητα των πιστών κληρικοί και λαϊκοί «... ίνα μάθωμεν ότι σώμα εσμέν άπαντες εν, τοσαύτην έχοντες προς αλλήλους διαφοράν, όσην μέλη προς μέλη και μη το παν επί τους ιερέας ρίπτωμεν, αλλά και αυτοί, ώσπερ κοινού σώματος, της Εκκλησίας απάσης ούτω φροντίζωμεν». (Ιωάννου του Χρυσοστόμου «Εις Β΄ Κορινθίους Ομιλ. 18 PG 61, 527).
Να φροντίζομε για την Εκκλησία όλοι κληρικοί και λαϊκοί. Την Εκκλησία ως Σώμα Χριστού, όπως αναφέρει ο ιερός Χρυσόστομος και όχι σωματείο θρησκευομένων ανθρώπων ή κρατικό παράρτημα κάθε εθνικού κράτους. Την Εκκλησία ως Σώμα Χριστού και όχι ως νομικό κατασκεύασμα καταστατικών χαρτών των παρερχομένων κρατικών οντοτήτων. Η ουσία της Εκκλησίας βρίσκεται στην ενότητα των πιστών γύρω από το τραπέζι της Θείας Ευχαριστίας με κεφαλή τον Επίσκοπο. Ενότητα στην Θεία Ευχαριστία γύρω από τον Χριστό και όχι ενότητα που προέρχεται από τα σύνορα εθνικών κρατών, ας είναι πολλές φορές και «ορθόδοξα». Ενότητα που «ουκ οικεία γνώμη πράττουσιν, αλλά πρότερον απολογούνται τω πλήθει» («Εις Πράξεις Αποστόλων» Ομιλ. 14 PG 60, 115).
Οι διάδοχοι των αποστόλων σήμερα πορεύονται ενωμένοι με τον πιστό λαό. Τον λαό που συμμετέχει στην Θεία Ευχαριστία. Τον λαό που εύχεται «υπέρ της των πάντων ενώσεως». Κληρικοί και λαϊκοί ενωμένοι οφείλουν να μετέχουν στη λειτουργική Σύναξη με κεφαλή τον Χριστό. Αυτό, εξάλλου, είναι Εκκλησία το Σώμα του Χριστού. «… Και γάρ ως μίαν οικίαν δει την Εκκλησίαν οικείν, ως σώμα εν, ούτω διακείσθαι πάντας, ώσπερ ουν και βάπτισμα εν εστί και τράπεζα μία και πηγή μία και κτίσις μία και Πατήρ εις» (Ιερός Χρυσόστομος, Εις Β΄ Κορινθίους 18 PG 61, 527).
Επομένως είναι χριστοκεντρική, αλλά ταυτόχρονα τριαδολογική. Η φανέρωση της Εκκλησίας εν τόπω και εν χρόνω και δι’ αυτής η σωτηρία του ανθρώπου πραγματοποιήθηκε, ευδοκήσαντος του Θεού Πατρός, με την ενανθρώπηση της κεφαλής της, δηλαδή με την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού. «Ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, αθάνατος υπάρχων…», «εσαρκώθη εκ πνεύματος Αγίου» και ετελείωσε το έργο του διά του Σταυρού και της Αναστάσεως. Την Πεντηκοστή τελειούται το έργο της θείας οικονομίας, που απειργάσθη ο Πατήρ διά του Υιού εν Αγίω Πνεύματι και το οποίο είναι η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Η Πεντηκοστή είναι αυτή που έδωσε το Άγιο Πνεύμα, που «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας»: όλη η Εκκλησία οικοδομείται διά του Αγίου Πνεύματος.
Το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που οικοδομεί την Εκκλησία, διότι το Άγιο Πνεύμα είναι αυτό που τελεσιουργεί τα Μυστήρια και οδηγεί τον λαό «εις πάσαν την αλήθειαν». Και η αλήθεια αυτή είναι το πρόσωπο του Χριστού. Λέγει έναν ωραίο λόγο ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «Θέλεις να δεις τι είναι η Εκκλησία και ποιο είναι το θαύμα της Εκκλησίας; Είναι πολύ απλό. Μπες μέσα στην Εκκλησία και θα δεις ότι είναι ένας τόπος όπου μπαίνεις λύκος και βγαίνεις πρόβατο, μπαίνεις ληστής και βγαίνεις όσιος, μπαίνεις θυμώδης και βγαίνεις πράος, μπαίνεις άνθρωπος και βγαίνεις άγγελος». Και συνεχίζει ο άγιος: «Τι λέω άγγελος; Μπαίνεις άνθρωπος και βγαίνεις Θεός κατά χάριν». Η Εκκλησία είναι κατεξοχήν λειτουργική και όλη η θεραπευτική αγωγή που ασκεί στον άνθρωπο και στη ψυχή του είναι αγωγή λειτουργική.
Εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία, καθότι ο εν Χριστώ άνθρωπος στο Σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, αποκαταλλάσσεται (συμφιλιώνεται) με τον Θεό. Δικαιώνεται, ζωοποιείται. Φωτίζεται, αγιάζεται, σώζεται, γίνεται Θεός κατά χάριν, εφ’ όσον βέβαια και ο ίδιος προσφέρει, διά της ασκήσεως και της υπακοής στις εντολές του Θεού, την ελευθερία του στον Θεό. Στην Εκκλησία ο άνθρωπος κοινωνεί με τον Θεό, αλλά και με τον συνάνθρωπό του. Ξεπερνά τον νοσηρό ατομικισμό, τη φιλαυτία και αποκτά την αγία εν Χριστώ κοινωνικότητα και αδελφοσύνη.
Η πορεία της νοητής νηός της Εκκλησίας, μέσα στο άγριο πέλαγος του κόσμου τούτου, επί δύο χιλιετίες, είναι διέλευσις μέσω συμπληγάδων. Σε αυτό το ταξίδι λυσσομανούν οι άνεμοι της αθεΐας από την μια, και των αιρέσεων και των σχισμάτων από την άλλη. Το σκάφος της Εκκλησίας κλυδωνίζεται, αλλά ποτέ δεν καταποντίζεται, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Δέχεται κτυπήματα έξωθεν, δέχεται και έσωθεν. Και τα εκ των έσω είναι χειρότερα των έξω, διότι διακυβεύουν την ενότητά της. Στο διαχρονικό αυτό ταξίδι σώζονται μόνον όσοι προσκαρτερούν με πίστη, υπομονή και ταπείνωση στο σκάφος της Εκκλησίας, διότι αυτοί προφυλάσσονται μέσα στα τείχη της από τα πλήγματα των ιοβόλων όφεων. Αντιθέτως, όσοι σηκώνουν εγωιστικά το ανάστημά τους, εξακοντίζονται από τους σφοδρούς εναντίους ανέμους στα μανιασμένα κύματα και καταποντίζονται στα απύθμενα βάθη της απωλείας.
Και επειδή μερικοί, για να υπερασπισθούν τις απόψεις τους, λένε: «μα δεν μπορεί να κάνει λάθος η Εκκλησία;», εμείς απαντάμε: Ίσως πράγματι κάποτε να σφάλει. Αλλά, όπως, πολύ ωραία τονίζει και πάλι ο ιερός Χρυσόστομος, η Εκκλησία, έστω και αν σφάλη προσωρινά σε κάποιο θέμα, θα βρει τον δρόμο της σωτηρίας, διότι στο τιμόνι της είναι άριστος πηδαλιούχος, ο Χριστός. Και ο Χριστός την οδηγεί με ασφάλεια στο γαληνό λιμάνι της Βασιλείας Του.