LOGO IM 15

“Ταπείνωση: Το ένδυμα της Θεότητος”

 

(Πνευματικό Κέντρο Ι. Μ. Καλαβρύτων & Αιγιαλείας “Νέοι Ορίζοντες”, Αίγιο)

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025 

Σεβασμιώτατε Μητροπολίτα Καλαβρύτων & Αιγιαλείας κ.κ. Ιερώνυμε,

Σεβαστοί Πατέρες

Ευλογημένε λαέ του Θεού

Μὲ τὴ χάρη καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Φιλανθρώπου Θεοῦ αξιωθήκαμε και εφέτος να εισέλθουμε στην ευλογημένη περίοδο του Τριωδίου, που κάθε θεονοσταλγική ψυχή επιθυμεί να εισέλθει.

Πρὶν προχωρήσω στὴν ἀνάπτυξη αὐτῆς τῆς ταπεινῆς ὁμιλίας ποὺ ἔχει τὸν τίτλο: ”Ταπείνωση: Το ένδυμα της Θεότητος”, θὰ ἤθελα ἐκ βάθους καρδίας νὰ εὐχαριστήσω τόσο τον Σεπτό και ευγενή ποιμενάρχη σας, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καλαβρύτων & Αιγιαλείας κ.κ. Ιερώνυμο γιὰ τὴν φιλόφρονη πρόσκληση νὰ βρίσκομαι σήμερα στὴν αἵθουσα αὐτή, προκειμένου νὰ μεταφέρω σὲ ἐσᾶς ἀδελφοί μου, ποὺ μὲ τιμᾶτε μὲ τὴν παρουσία σας, σκέψεις καὶ λόγους πνευματικὴς οἰκοδομῆς ἀπὸ τὸν εύωδιαστὸ κῆπο τῆς Ἐκκλησίας μας, τὸν Ἁγιογραφικὸ καὶ πατερικὸ της πλοῦτο, όσο και τον Σεβασμιώτατο Πατέρα και Δεσπότη μου, τον Μητροπολίτη Πατρών κ.κ. Χρυσόστομο για την κανονική άδεια που μου παραχώρησε προκειμένου να βρίσκομαι ανάμεσά σας.

Με τη σημερινή Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου ξεκινά η εκκλησιαστική περίοδος του Τριωδίου, που είναι καιρός μετανοίας, αλλαγής τρόπου ζωής. Και σκοπός αυτής της αλλαγής είναι να ζήσουμε τον σταυρικό τρόπο ζωής, «ίνα Χριστώ συναντηθώμεν». Να μη μείνουμε δούλοι της «κατά σάρκα ζωής», της αμαρτίας και των παθών, αλλά να ζήσουμε “εν Χριστώ”, να χριστοποιηθούμε, που θα πει να θεωθούμε.

Για την αγία μας Εκκλησία, όλος ο ανθρώπινος βίος είναι καιρός Μετανοίας, προκειμένου να πετύχουμε τον σκοπό αυτό. Επειδή όμως είμαστε αμελείς και ράθυμοι στα πνευματικά, και πρέπει να καταβάλουμε τις αντιστάσεις της επαναστατημένης σάρκας, που δε θέλει να υποταγεί στην πνευματική ζωή, η Εκκλησία κηρύσσει Μετάνοια, και μας καλεί ν’ αγωνισθούμε, έστω και σ’ αυτό το διάστημα προ του Πάσχα. Η μορφή δε αυτού του αγώνα βρίσκεται στις λέξεις: «Νεκρούμενοι και ανιστάμενοι» κάθε μέρα.

Πριν από την μετάνοια, η σχέση μας και η αγάπη μας αναφέρονται στον «εκπεσόντα» εαυτό μας, τον «παλαιό άνθρωπο», όπως τον ονομάζει ο Απ. Παύλος, η αλλιώς τον «κατά σάρκα» άνθρωπο. Δυστυχώς όλος ο βίος μας εξαντλείται στην ικανοποίηση των επιθυμιών και επιδιώξεων του εγωκεντρικού εαυτού μας. Αυτή όμως η σχέση και η αγάπη, οδηγούν τον άνθρωπο στον αιώνιο θάνατο, που είναι η απομάκρυνση από τον Θεό. Η πρόσκληση της Εκκλησίας για Μετάνοια, σημαίνει να “απολέσουμε” τον παλαιό εαυτό μας, που κυριαρχείται από πάθη και να μεταμορφωθεί σε σχέση αγάπης και κοινωνίας με τον Θεό και τον άνθρωπο. Αυτό όμως δεν σημαίνει αλλαγή στην εξωτερική συμπεριφορά, αλλά αλλοίωση εσωτερική, μεταμόρφωση της ζωής και της ύπαρξής μας, με άλλα λόγια ριζική αλλαγή όλης της υπόστασής μας.

Η δε αναφορά της Εκκλησίας μας κατά την περίοδο αυτή, περισσότερο στον Χριστό, την Παναγία, τους Αγίους, είναι ακριβώς η μεταστροφή της αγάπης, από τον κόσμο και τα πράγματα του κόσμου, στον Χριστό. Και η μεν σχέση μας με τα πράγματα, που εξυπηρετούν τον «παλαιό» άνθρωπο, αναφέρονται στη βιολογική ζωή, που καταλήγει στον θάνατο, ενώ η σχέση με τον Χριστό γίνεται πηγή ζωής αιωνίας.

Στον Μοναχισμό, δεν υπάρχει κενό στην αγαπητική σχέση του Μοναχού με τον Θεό, χάρη στη νοερά και αδιάλειπτη προσευχή, που συνίσταται στις πέντε λέξεις: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με, τον αμαρτωλό» η προσευχή αυτή χαρίζει στους μοναχούς «πνοή ζωής». έστω και αν διαθέτουμε αφθονία υλικών αγαθών. Όπου όμως υπάρχει παρουσία του Θεού, εκεί είναι και η αίωνια ζωή. Απ’ όπου ο Θεός απουσιάζει, είναι θάνατος, πρώτα της ψυχής και ύστερα του σώματος έστω και αν διαθέτουμε αφθονία υλικών αγαθών. Σ’ αυτή λοιπόν την αλλαγή ζωής αποβλέπουν η νηστεία, η προσευχή, η άσκηση, η ελεημοσύνη, η συμμετοχή στα μυστήρια κλπ, προκειμένου να πέσουν οι αντιστάσεις του σαρκικού φρονήματος. Είναι ο δικός μας τρόπος συμμετοχής στα πάθη του Κυρίου μας. Νεκρούμενοι στα πάθη και την «κατά σάρκα» ζωή, συμμετέχουμε στον Σταυρό Του, και ζώντας με τον Θεό, ενεργοποιούμε τη Χάρη Του μέσα στην ύπαρξή μας, που είναι Ανάσταση. «Περιπατούμε εν καινότητι ζωής», αδελφοί μου για να γίνουμε «καινοί άνθρωποι», κατά το πρότυπό μας, που είναι ο Χριστός, και αυτό είναι σωτηρία.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε, πως ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τον Θεό με πρότυπο τον Θεάνθρωπο Χριστό και έχει μέσα του την δυνατότητα να ομοιωθεί με το πρότυπό Του, δηλαδή τον Χριστό. Γι’ αυτό πήραμε λογισμό (=σκέψη), για να σκεπτόμαστε τον Χριστό, και νουν και επιθυμία, για να τρέχουμε σ’ Αυτόν, και μνήμη για να τον φέρουμε συνεχώς μέσα σ’ αυτή.

Αυτή λοιπόν η στροφή, τόσο της ψυχής όσο του σώματος, προς τη Χάρη του Θεού, προκειμένου να γίνουμε συνοδοιπόροι του Χριστού – νεκρούμενοι και ανιστάμενοι – είναι ο σκοπός του Τριωδίου που σήμερα αρχίζει και ιδιαίτερα της Μ. Τεσσαρακοστής.

Στη σημερινή Παραβολή του Τελώνη και Φαρισαίου, ο Χριστός μας δίνει να καταλάβουμε τι είναι ταπείνωση.

Το ευαγγελικό ανάγνωσμα περιγράφει έναν άνθρωπο που είναι πάντα ευχαριστημένος με τον εαυτό του, και που νομίζει ότι συμμορφώνεται με όλες τις απαιτήσεις της θρησκείας. Είναι βέβαιος για τον εαυτό του, και πολύ περήφανος γι’ αυτόν. Στην πραγματικότητα όμως έχει παραποιήσει το νόημα της θρησκείας. Την έχει περιορίσει σε εξωτερικούς τύπους, και μετράει την ευσέβειά του με το ποσό των χρημάτων, που συνεισφέρει στο ναό. Όσο για τον Τελώνη, αυτός ταπεινώνει τον εαυτό του, και αυτή η ταπείνωση τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό.

Αν υπάρχει μια αρετή που σχεδόν πάντα παραθεωρείται ή αγνοείται σήμερα, αναμφίβολα είναι η ταπείνωση. Ο πολιτισμός στον οποίο ζούμε, διαρκώς ενσταλάζει μέσα μας την έννοια της υπερηφάνειας, της αυτοεξύμνησης και της αυτοδικαίωσης. Είναι οικοδομημένος πάνω στην αλαζονική υπόθεση, ότι ο άνθρωπος μπορεί να πετύχει οτιδήποτε μόνος του, γι’ αυτό, και οδηγείται στο σημείο να περιγράφει τον Θεό σαν Εκείνο, που πάντοτε αμείβει τις επιτυχίες και τα καλά έργα του ανθρώπου. Η ταπείνωση δε – είτε ατομική, είτε ομαδική – θεωρείται δείγμα αδυναμίας, και γι’ αυτό ανάρμοστο για τον σύγχρονο άνθρωπο. Αλλά μήπως και οι χριστιανοί σήμερα δεν είναι ποτισμένοι με το πνεύμα του Φαρισαίου; Μήπως και εμείς δε θέλουμε κάθε πρόσφορά μας, κάθε «καλή πράξη» μας, καθετί που κάνουμε «για την Εκκλησία» να αναγνωρίζεται, να επαινείται, να δημοσιεύεται;

Σε αυτό λοιπόν το σημείο, τίθεται το ερώτημα: τι είναι ταπείνωση; Η απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση μπορεί να φανεί παράδοξη αλλά είναι ριζωμένη σε μια περίεργη διαβεβαίωση ότι: ο ίδιος ο Θεός είναι ταπεινός!

Για εκείνον που γνωρίζει τον Θεό, που Τον ατενίζει μέσα στη δημιουργία Του και στις σωτήριες ενέργειές Του, είναι φανερό ότι η ταπείνωση είναι το ουσιαστικό περιεχόμενο και η λάμψη, της δόξας του Θεού από την οποία, όπως ψέλνουμε στη Θεία Λειτουργία, είναι «πλήρης ο ουρανός και η γη». Μέσα όμως στην ανθρώπινη διανοητικότητά μας έχουμε την τάση να μη μπορούμε να συμβιβάσουμε τη «δόξα» με την «ταπείνωση», – από τη στιγμή μάλιστα που η ταπείνωση θεωρείται ψεγάδι ή ελάττωμα. Είναι σχεδόν αδύνατο να μεταφέρεις στο σύγχρονο άνθρωπο που τρέφεται με την δημοσιότητα, την αυτοπροβολή και την ατέλειωτη αυτοεξύμνηση, το γεγονός ότι εκείνο που είναι αυθεντικά τέλειο, όμορφο και καλό είναι την ίδια στιγμή γνήσια ταπεινό. Ακριβώς, γιατί η τελειότητα δεν έχει ανάγκη από τη «δημοσιότητα», την εξωτερική δόξα ή από κάθε είδους επίδειξη. Ο Θεός είναι ταπεινός γιατί είναι τέλειος. Η ταπείνωσή Του είναι η δόξα Του και η πηγή κάθε αληθινής ομορφιάς, τελειότητας και καλοσύνης: Καθένας που προσεγγίζει τον Θεό και Τον γνωρίζει, αυτόματα μοιράζεται τη Θεία ταπείνωση, και ωραΐζεται μέσα σ’ αυτή. Αυτό συνέβηκε με την Παναγία, τη Μητέρα του Χριστού, που η ταπείνωση την έκανε χαρά όλης της οικουμένης, και τρανή αποκάλυψη της ωραιότητας πάνω στη γη. Αυτό έγινε με όλους τους αγίους, αλλά το ίδιο συμβαίνει και με κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, στις σπάνιες στιγμές της επαφής με τον Θεό.

Αλλά, πως γίνεται κανείς ταπεινός; Η απάντηση για ένα χριστιανό είναι απλή: με την ενατένιση του Χριστού, που είναι η σαρκωμένη Θεία ταπείνωση, ο Ένας, μέσα στον Οποίο ο Θεός αποκάλυψε, μια για πάντα, τη δόξα Του σαν ταπείνωση και την ταπείνωσή Του σαν δόξα. «Νυν», είπε ο Χριστός τη νύχτα της άκρας ταπείνωσής Του, «εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου, και ο Θεός εδοξάσθη εν αυτώ». Η ταπείνωση μαθαίνεται ενατενίζοντας το Χριστό ο οποίος είπε: «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία». Τελικά γινόμαστε ταπεινοί με το να μετράμε το καθετί με μέτρο το Χριστό, και να αναφερόμαστε για όλα σ’ Αυτόν. Χωρίς το Χριστό η αληθινή ταπείνωση είναι αδύνατη.

Η περίοδος λοιπόν του Τριωδίου αρχίζει με μια αναζήτηση, μια προσευχή για ταπείνωση, που είναι η αρχή της αληθινής μετάνοιας. Γιατί μετάνοια, πάνω από καθετί άλλο, είναι η επιστροφή στην γνήσια τάξη των πραγμάτων, η «αναμόρφωση του αρχαίου κάλλους». Επομένως η μετάνοια είναι θεμελιωμένη στην ταπείνωση και η ταπείνωση – η Θεία και θαυμαστή ταπείνωση – είναι καρπός της και τέρμα της. Γι’ αυτό «Φαρισαίου φύγωμεν υψηγορίαν», λέει το Κοντάκιο της ημέρας, «και Τελώνου μάθωμεν το ταπεινόν εν στεναγμοίς».

Αδελφοί μου,

Ο Τελώνης είναι παράδειγμα ταπείνωσης. Και αν και κατέχει πολλά, εν τούτοις δεν νιώθει αυτάρκης. Δεν είναι σε θέση τα πλούτη να αναπληρώσουν την αγάπη και την Χάρη του Θεού. Γι’ αυτό αποφασίζει να ταπεινωθεί, δηλαδή να νεκρώσει την αυτόνομη από τον Θεό εγωκεντρική ζωή του και να εγκαινιάσει για τον εαυτό του την καινούργια ζωή με τον Θεό.

Αναμφίβολα η νέκρωση της παλαιάς ζωής έχει κόστος, είναι ένας εσωτερικός θάνατος του «θελήματος της σαρκός», αλλ’ ο Τελώνης είναι πρόθυμος να «δώσει αίμα για να πάρει Πνεύμα». Είναι θάνατος, που φέρνει ζωή και χαρά, γιατί θανατούται η φιλαυτία και το αμαρτωλό θέλημά μας. Γι’ αυτό όλος εκείνος ο αγώνας και η επιστράτευση των δυνάμεων της ψυχής και του σώματός μας, για να αποκτήσει τα τεράστια πλούτη και τα κέρδη του, θα πρέπει να νεκρωθούν ή μάλλον να μεταποιηθούν σε αγώνα για κέρδη ουράνια, πνευματικά.

Ανεβαίνει λοιπόν ο Τελώνης στον Ναό, μαζί με τον Φαρισαίο, για να προσευχηθούν. Το «ανέβασμα» για τον Τελώνη δεν ήταν φαινομενικό, επειδή ο Ναός βρισκόταν σε ψηλό μέρος, αλλά εσωτερικό, της ψυχής. Ήταν ανέβασμα προς τη θεία ζωή, επειδή αποφάσισε να νεκρώσει τη μέχρι τώρα ζωή του. «Ανέβαινε προσφέροντας στην αρετή και μάλιστα στην ταπεινοφροσύνη». Με την ταπεινοφροσύνη αφανιζόταν η «κατά σάρκα» ζωή, που διψούσε για πλούτη και επαίνους των ανθρώπων, και ανέβαινε η κατά Θεόν ζωή της αγάπης και της κοινωνίας με τον Θεό και τον πλησίον. Η ταπεινοφροσύνη θα πουν οι πατέρες είναι το ένδυμα που ντύθηκε ο Χριστός με την ενανθρώπισή Του, γι’ αυτό και τώρα που το ντύνεται ο Τελώνης, αρχίζει η σχέση του με τον Χριστό, γιατί, «όποιος ντυθεί την ταπεινοφροσύνη, ντύνεται τον ίδιο τον Χριστό».

Ο Τελώνης δεν υποκρίνεται και δεν προσποιείται τον καλό, για να κερδίσει την υπόληψη και τον θαυμασμό του κόσμου. Το προσποιημένο είναι πλαστό, ψεύτικο. Ο Τελώνης είναι άνθρωπος αληθινός, όπως αληθινοί είναι οι Άγιοι, που πίστευαν και μιλούσαν για την αθλιότητά τους. Και ο Τελώνης αυτό πιστεύει. Παρουσιάζεται όπως είναι: άδικος, άρπαγας, ακάθαρτος στην ψυχή. Δεν προσποιείται τον ευσεβή, αφού δεν είναι. Λέγει την αλήθεια όσο κι’ αν είναι πικρή. Με τέτοια συναίσθηση, όχι μόνο ταπεινοφρονεί, αλλά και συντρίβεται μπροστά στον Θεό. Μεταμελείται για την αμαρτωλή ζωή του και λαχταρά να συναφθεί εσωτερικά με τον Χριστό. Μπαίνοντας στον Ναό αποφεύγει κάθε περίοπτη θέση. Προσεύχεται με συντριβή, δάκρυα και στεναγμούς, κτυπά το στήθος του και ζητά το μεγαλύτερο αγαθό, το έλεος του Θεού. «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», είναι η συνεχής προσευχή του. Το πάθος του πλούτου μεταποιήθηκε σε πάθος για το έλεος του Θεού. Και σίγουρα αυτό είναι Μετάνοια.

Είναι λοιπόν δυνατό, ο φιλάνθρωπος Θεός να αρνηθεί το έλεός Του σε τέτοια προσευχή, που βγαίνει από καρδιά «συντετριμμένη και τεταπεινωμένη»;

Και ενώ ο Φαρισαίος τον κατακρίνει δημόσια, τον εξευτελίζει για να τον γελοιοποιήσει, και αυτός τα δέχεται, και δεν εξοργίζεται, δεν ανταποδίδει τις ύβρεις, γιατί πιστεύει πως είναι και χειρότερος από ότι τον κατηγορεί. Δέχεται τις ταπεινώσεις και την αδοξία, και γι’ αυτό ο Θεός τον δικαιώνει και τον υπερυψώνει. Τους επαίνους και τον θαυμασμό του κόσμου ο Τελώνης δεν τα επιθυμεί, γιατί νεκρώθηκε για τον κόσμο. Έχει διαγράψει τον εαυτό του για τον κόσμο. Έγινε «μώρος διά Χριστόν».

Με την «απώλεια» του «εγώ» του, και την υπομονή του στον σταυρό των ονειδισμών, συντάσσεται με τον Χριστό, και γίνεται συνοδοιπόρος Του για τους ονειδισμούς και τους εμπαιγμούς, που θα υποστεί στον Γολγοθά. Γίνεται «καινός άνθρωπος», δηλαδή καινούργιος, κατά το υπόδειγμα του Χριστού. Αυτή την «καινότητα της ζωής» εκφράζει ο Χριστός όταν λέγει: «Κατέβη δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού», διότι ο «ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Η μετάνοια του Τελώνη τον ανέδειξε «εκ νεκρών, ζώντα». Μεταστράφηκε, άλλαξε, ο δε έρωτας του πλούτου και η δόξα του κόσμου, μεταποιήθηκαν σε έρωτα για τον Θεό και τη Βασιλεία Του. Μόνο, που αυτά που ένιωσε ο Τελώνης στο βάθος της ψυχής του, τη χαρά δηλαδή της ανάστασης από τους ονειδισμούς, τη γλυκύτητα από την πικρία των προσβολών και εξευτελισμών, και την ανάπαυση από τον κόπο, θα παραμένουν άρρητα για μας, που δεν έχουμε εμπειρίες της αληθινής ταπείνωσης και μετάνοιας.

Σε αντίθεση με τον Τελώνη, ο Φαρισαίος, που αναφέρει ο Κύριος στον Ευαγγέλιο, ποτέ του δε μετανόησε, γιατί ποτέ δεν ένιωσε την ανάγκη του Θεού. Ένιωθε αυτάρκεια με τον εαυτό του. Γιατί ν’ αλλάξει ζωή; Γιατί να συναφθεί με τον Θεό, αφού δεν τον έχει ανάγκη; Ήταν άνθρωπος εγωκεντρικός, αλαζόνας, υπερόπτης, σκληρός και απάνθρωπος, ιδιαίτερα στους αμαρτωλούς. Καυχόταν πως γνώριζε τον Νόμο, και αγνοούσε τον Νομοθέτη. Εκτός από τη φιλαυτία του δεν γνώριζε τι είναι αγάπη. Αγνοούσε ότι η αγάπη είναι το «πλήρωμα του Νόμου», τον οποίο ερμήνευε. Αυτό δε οφείλεται, στο ότι δεν είχε καμία σχέση με τον Θεό, που είναι αγάπη.

Σκοπός του Φαρισαίου ήταν να αναγνωρίζεται από τους ανθρώπους ως καλός, σπουδαίος, σοφός, δάσκαλος της αρετής. Γι’ αυτό και ότι καλό έκανε, απέβλεπε «προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις». Πάσχει από εγωκεντρισμό και αυτοϊκανοποίηση. Ποτέ του δεν παρουσιάζεται όπως είναι , για να μη μειωθεί η υπόληψη και το κύρος του μεταξύ των ανθρώπων. Η κενοδοξία του δεν έχει όρια. Υποκρίνεται τον ευσεβή και πλάθει μια ψεύτικη εικόνα για τον εαυτό του. Δεν μοιάζει με τον Τελώνη που παρουσιάζει την αληθινή εικόνα και γίνεται κατήγορος του εαυτού του.

Πως λοιπόν θα μετανοήσει ο άνθρωπος αυτός, αφού η Μετάνοια προϋποθέτει το «απαρνησάσθω εαυτόν»; Πώς να σταυρώσει το «εγώ» του και να το θέσει κάτω από όλους, αφού πασκίζει να είναι πάνω από όλους; Ποτέ του δεν γεύθηκε την υψοποιό ταπείνωση.

Πως θα γίνει «μωρός» για τον κόσμο, ο άνθρωπος που υποφέρει από αλαζονεία και υψολοφροσύνη; Προσπαθεί να συντηρήσει τον αμαρτωλό εαυτό του, που θα έπρεπε να νεκρώσει.

Ανεβαίνει κι’ αυτός στον Ναό με τον τελώνη για να προσευχηθεί, για να συναντήσει τον Θεό. Δεν ξέρει όμως, ότι ο Θεός βρίσκεται στην «οδό των ταπεινών».

Στην παραβολή ο Χριστός λέγει: «Ο Φαρισαίος σταθείς εαυτόν ταύτα προσηύχετο». Οι Πατέρες λένε, πως το σταθείς σημαίνει το «αγέρωχο, το υψηλόφρον και αταπείνωτον» του Φαρισαίου. Και μάλιστα δεν προσεύχεται στον Θεό, αλλά στον εαυτό του.

Ευχαριστεί τον Θεό, όχι για τις ευεργεσίες του, αλλά γιατί διαφέρει από όλους: Όλοι είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, και ονομαστικά απευθύνεται στον Τελώνη. Κατακρίνει, προσβάλλει και εξευτελίζει όλους, εκτός από τον εαυτό του γιατί αυτό είναι χαρακτηριστικό του υπερόπτη και υπερήφανου. Αντίθετα ο ταπεινός δέχεται τις προσβολές και δεν τις ανταποδίδει, αυτό δηλαδή που έκανε και ο Τελώνης.

Ο Φαρισαίος καυχάται πως «νηστεύει, δίνει ελεημοσύνη το δέκατο της σοδειάς του» και με αυτά δικαιώνει μόνος του τον εαυτό του. Ο Κύριος όμως τονίζει, πως και αν ακόμη τηρήσουμε «όλο τον Νόμο», να νιώθουμε πως είμαστε «αχρείοι δούλοι».

Όλες οι αρετές αφανίζονται, όταν συζευχθούν με την υπερηφάνεια. Η υπερηφάνεια έκανε δαιμονικό το αγγελικό τάγμα του Εωσφόρου. Η ίδια κακία εξώρισε τον Αδάμ από τον Παράδεισο. Γι’ αυτό και ο Χριστός, για να μας ανοίξει τον Παράδεισο ντύθηκε με την ταπεινοφροσύνη.

Οι Άγιοι, επειδή μιλούσαν για την αθλιότητά τους, επιάναν τα θηρία με τα χέρια τους. «Λέγανε για τον Άγιο Μακάριο, ότι έγινε κατά το γεγραμμένο, θεός επίγειος, διότι όπως ο Θεός σκεπάζει τον κόσμο, έτσι έγινε και ο αββάς Μακάριος σκεπάζων τα ελαττώματα που έβλεπε, σαν να μη τα έβλεπε, και όσα άκουε, σαν να μη τα άκουε», γιατί αγαπούσε τον κόσμο και ήταν ταπεινός.

Κάποιος άλλος αναχωρητής που έβγαζε δαιμόνια, τα ρωτούσε: τι είναι εκείνο που σας κάνει να εξέρχεσθε; Και απαντούσαν: τίποτε δεν μας νικά, παρά μόνο η ταπεινοφροσύνη.

«Όλη η εν Χριστώ ζωή είναι η κάθαρση της ψυχής από την υπερηφάνεια». Και «είναι προτιμότερο να αμαρτάνουμε και να μετανοούμε και να ταπεινωνόμαστε, παρά να έχουμε πνευματικά επιτεύγματα και να υπερηφανευόμαστε».

Σε αυτό το σημείο, αδελφοί μου, πρέπει να διευκρινήσουμε πως η ταπείνωση δεν είναι δείγμα αδυναμίας που από μερικούς χαρακτηρίζεται μειονεκτικότητα ή κατωτερότητα, αλλά η αίσθηση της πραγματικής μας θέσης απέναντι στον Θεό και στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και στην προσευχή μας λέμε «πνεύματι ηγεμονικώ στήριξόν με».

Ο Ιερός Χρυσόστομος θα πει ότι η ταπεινοφροσύνη είναι «φιλοσοφίας αρχή» και εννοεί, πως όταν γνωρίσει ο άνθρωπος ποιος είναι, θα αποκτήσει συναίσθηση της αξίας του. Θα μάθει πως είναι κράμα ουρανίου και γηίνου, μείγμα γης και πνοής του Θεού, και θα ξέρει, ότι χωρίς τον Θεό δεν είναι τίποτα, ενώ με τον Θεό έχει το παν. Ό,τι ωραίο και μεγάλο επιτύχουμε σ’ αυτόν τον αγώνα της ζωής μας το χρωστούμε στην Θεϊκή πνοή που υπάρχει μέσα μας, γι’ αυτό και «Θεού το δώρον», θα μας πει ο θείος Παύλος. (Εφ. 2,8)

Η ταπείνωση της χριστιανικής πίστεως, δεν είναι μια πράξη παράλογη και αφύσικη, πολύ δε περισσότερο, όπως λένε κάποιοι, καταφρόνηση του εαυτού μας.

Ο μακαριστός αρχιμανδρίτης π. Σεραφείμ Παπακώστας, στο υπέροχο βιβλίο του, «Η επί του όρους ομιλία», γράφει: «η ταπείνωση δεν είναι ένας ανόητος εξευτελισμός της αξίας μας, μια κατάπνιξη της ικανότητός μας και απάρνηση των προσόντων μας. Δεν είναι θεληματική μετάπτωση σε μια κατάσταση ανοησίας… ούτε πάλι ταπεινολογία. Αλλά όπως τονίζει ο Μέγας Βασίλειος ταπείνωση είναι το να βγάλουμε και να αποθέσουμε τις φαντασιώσεις, και τις μεγάλες ιδέες για τον εαυτό μας. Και να επανέλθουμε στην πραγματική και αληθινή γνώση για την αξία μας από τις αλαζονικές και υπερήφανες σκέψεις».

Είναι το περίφημο «γνώθι σαυτόν» που πολλοί από τους αρχαίους φιλοσόφους έθεσαν ως βάση για την ηθική πρόοδο των ανθρώπων.

Ο ταπεινός είναι ο πραγματικά σοφός και συνετός άνθρωπος, αυτός που, στην αίσθηση της αναξιότητάς του, κατέχει εν σιωπή, όλη τη θεία και ανθρώπινη σοφία, και γίνεται ο αγαπητός υιός του Θεού. Μόνο η ταπείνωση εξουδετερώνει την αμαρτία και όλους τους καρπούς της, και προσελκύει όλες τις αρετές του Χριστού, και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.

Η ταπείνωση, που στη θεολογική και ασκητική γλώσσα της Εκκλησίας εναλλάσσεται με την ταπεινοφρόσυνη, που σημαίνει, να μη φρονώ σπουδαία για τον εαυτό μου, αλλά για τους άλλους, είναι το θεμέλιο και η στέρεη βάση που ανθοφορεί η Θεία Χάρης. Χωρίς την ταπείνωση όλα είναι μετέωρα, ασταθή και ατελή. Και βέβαια χωρίς την ταπείνωση, όλος ο αγώνας της μετάνοιας ματαιώνεται και αχρηστεύεται. Αλλά και η αγάπη παραμένει άσαρκη και άκαρπη. Ο Άγιος Εφραίμ ο Σύρος, θα πει ότι: «Ματαία πάσα άσκησις, πάσα εγκράτεια, πάσα υποταγή, πάσα ακτημοσύνη και πάσα πολυμάθεια, ταπεινοφροσύνης εστερημένη. Αρχή και τέλος των αγαθών υπάρχει η ταπεινοφροσύνη». Επομένως καθετί που δεν έχει ταπείνωση (ή ταπεινοφροσύνη) μας τοποθετεί έξω από τους ασκητικούς αγώνες και την ελευθερία τους, ενώ όπου ασκείται η ταπείνωση, εκεί είναι αδύνατη η πτώση του ανθρώπου και συνεπώς ο κλονισμός της πνευματικής του ζωής.

«Οι πεποιθότες εφ’ εαυτοίς έπεσον», θα πει ο Άγιος Βαρσανούφιος, αλλά οι ταπεινοί, «οι πεποιθότες επί τω Θεώ» πως είναι δυνατό να πέσουν και μάλιστα να πέσουν ακόμη χαμηλότερα και βαθύτερα, από κει που βρίσκονται πεσμένοι διά της ταπεινώσεως;

Αδελφοί μου, η ταπείνωση είναι σταυρός, συσταύρωση Χριστού, υπακοή μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού. Είναι η παγίδα, των παγίδων του διαβόλου και των πειρασμών του, η κρυμμένη, μυστική και σταυρική δύναμη των πιστών, στην οποία ο διάβολος και οι δυνάμεις του προσκόπτουν και πέφτουν, αυτογυμνώνονται και διαπομπεύονται.

Η πείρα του Μ. Αντωνίου είναι αποκαλυπτική: «Είδον πάσας τας παγίδας του εχθρού ηπλωμένας επί της γης∙ και στενάξας είπον∙ τις άρα παρέρχεται ταύτας; Και ήκουσα φωνής λεγούσης∙ η ταπεινοφροσύνη».

Η πείρα των Αγίων δεν αντιτάσσει γενικώς  την άσκηση στον Πονηρό, αλλά την ταπείνωση, γιατί αυτή μόνο φοβάται, επειδή δεν μπορεί να είναι: ταπεινός και να έχει ταπεινή αγάπη. Οι πατέρες θα πουν: «Ταπεινοφροσύνην αγάπα, και υπό παγίδος διαβολικής ου συλληφθήση ποτέ». Είναι αποκαρδιωτικό ότι αυτή η εμπειρία των πατέρων, παραμένει στην πραγματικότητα άγνωστη στη ζωή πολλών πιστών, που κυριαρχούνται όχι από την αγάπη του Χριστού, αλλά από τον φόβο του σατανά. Οφείλουμε κάποτε να μάθουμε ότι όταν μιλούμε για την άβυσσο και την τέχνη των πνευματικών μαχών – για την πάλη των πιστών «προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις», η προσοχή μας πρέπει να συγκεντρώνεται όχι στην αναζήτηση μαγικών απαντήσεων διαμέσου ειδικών εξορκιστών, αλλά στην εργασία των έργων του Θεού μέσα από τη ζωή των ταπεινών ανθρώπων. «Μη ζητώμεν προγνώστας, μηδέ προβλέπτας∙ αλλά προ πάντων ταπεινόφρονας…» (Ι. Σιναΐτου, Κλίμαξ Δ’, σελ. 50).

Αδελφοί μου οφείλουμε να επιστρέψουμε από τη φτώχεια μιας λαϊκίζουσας θρησκευτικότητας, στον πλούτο της ορθόδοξης παραδόσεώς μας, της πνευματικής ή της ασκητικής. Αυτό σημαίνει, ότι πριν από κάθε δραστηριότητα, την καύχηση των έργων ή την επίδειξη των δυνάμεων, οφείλουμε να φορέσουμε την αγία ταπεινώση, γιατί μόνο αυτή είναι ικανή να αναπληρώνει όλα τα ελλείποντα, και να μεταμορφώνει την ασθένειά μας σε τόπο θαύματος.

Η πείρα της Κλίμακος βεβαιώνει: «δεν νήστεψα πολύ, ούτε αγρύπνησα πολύ, ούτε κοιμήθηκα κάτω στο χώμα, τι έκανα όμως, μονάχα ταπεινώθηκα και με έσωσε ο Κύριος γρήγορα∙ η μεν μετάνοια σηκώνει∙ το δε πένθος χτυπάει την πόρτα του ουρανού∙ και η αγία ταπείνωση την ανοίγει Αρκεί μόνον η ταπείνωση για να μας επισκέπτεται ο Κύριος και να ζούμε εν πληρότητι και βεβαιότητι την ευαγγελική και θεάρεστη ζωή.

Ο ασκητικότατος Πατέρας της Εκκλησίας, Άγιος Εφραίμ ο Σύρος θα πει ότι η σοφία κρύβεται στην ταπεινοφροσύνη και όχι στην ταπεινολογία γι’ αυτό και είναι «ο μόνος ασφαλής δρόμος». Αφού άνευ ταπεινώσεως, ου δύναται τελειωθήναι το έργον του ανθρώπου… Η γαρ ταπείνωσις και χωρίς έργων πολλά συγχωρεί πλημμελήματα…

Είναι λοιπόν ελπιδοφόρο το γεγονός ότι, και «χωρίς έργων αγαθών», η ταπείνωση μας δικαιώνει ενώπιον του Θεού, γιατί χωρίς την ταπείνωση δεν υπάρχει πραγματική μετάνοια. Η ταπείνωση είναι η μόνη ακλόνητη παρρησία μας ενώπιον του Θεού, και αυτό, για μας τους αμαρτωλούς ανθρώπους, σημαίνει την μόνη σταθερή δύναμη, που μας οδηγεί εκ νέου ενώπιον του ελέους Του, και που κάνει πραγματικότητα την επιστροφή μας στον Θεό, δηλαδή στην μετάνοια. Μόνο από την ταπείνωση οδηγούμαστε στη μετάνοια, και τα στέρεα βήματα της πορείας μας προς τον Θεό είναι βήματα από τη ταπείνωση στη μετάνοια. Έτσι, από την ταπείνωση του Τελώνη οδεύουμε προς τη μετάνοια του Ασώτου. Η οσία ταπείνωση είναι η θύρα της αγίας μετανοίας. Χωρίς ταπείνωση ή ταπεινοφροσύνη, δεν υπάρχει αυτογνωσία, ως αίσθηση των αμαρτιών μας, και χωρίς αυτογνωσία δεν υπάρχει μετάνοια.

Η μετάνοια ασφαλώς, δεν είναι ο μόνος καρπός της ταπεινώσεως. Αλλά η ταπείνωση είναι η μόνη θύρα προς την οδό της μετάνοιας, της πρώτης εντολής του Θεού μετά την πτώση του ανθρώπου: «μετανοείτε, ήγγικε η βασιλεία των ουρανών», της μόνης πραγματικής ελευθερίας, ελευθερίας από την αμαρτία, και την αλλοτρίωσή μας από τον Θεό.

Ρώτησαν κάποτε τον Ιερό Αυγουστίνο:

  • Τι είναι το πρώτο εις την θρησκείαν;
  • Η ταπείνωσις απεκρίθη.
  • Και δεύτερον;
  • Η ταπείνωσις επανέλαβε
  • Και τρίτον;
  • Η ταπείνωσις.

Κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον το θεμέλιο της πνευματικής ζωής είναι η ταπεινοφροσύνη. Και αν ακόμη ποιήσης μυρίας ελεημοσύνας, και ευχάς και νηστείας, αν δεν προϋπάρχει ταπείνωσις όλα είναι μάταια. Ομοιάζουν με το οικοδόμημα που κτίζεται επί της άμμου. Τολμώ δε να είπω, ότι και η σωφροσύνη, και η παρθενία και η αφιλαργυρία είναι βδελυρά και ακάρθατα όταν απουσιάζει η ταπεινοφροσύνη.

Ο δε σοφός και πολυγραφότατος Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει: Μπορεί μόνος του ο χριστιανός να αποκτήσει όλες τις χριστιανικές αρετές; Όχι. Χρειάζεται φωτισμός και πλουσία χάρις Θεόυ. Υποδεικνύει δε την χριστιανική μελέτη, την προσευχή, την εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία ως ισχυρά πνευματικά όπλα διά των οποίων ο χριστιανός λαμβάνει την Θεία Χάριν. Και προσθέτει. Η Χάρις όμως του Θεού κατασκηνώνει πλουσία μόνον εις τας ψυχάς των ταπεινών. Γι’ αυτό η ταπεινή γνώση του εαυτού μας πρέπει να τιμάται περισσότερο από το ύψος όλων των αρετών.

Ο Άγιος Αμβρόσιος Μεδιολάνων λέει ότι «όσο ταπεινώνεται η ψυχή, τόσο πιο πολύ δέχεται την θεία χάρη και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος».

Τέλος, ο σοφός Σειράχ λέγει: «Όσο μεγάλος είσαι, τόσο περισσότερο να ταπεινώνεις τον εαυτό σου, και θα βρεις χάρη από τον Κύριο».

Αδελφοί μου,

Ο Χριστός είναι το ιδανικό πρότυπο της ταπείνωσης. Όλη του η βιοτή αποπνέει το άρωμα της ταπείνωσης, με την οποία έδειξε τον δρόμο του Παραδείσου.

Και πρώτα πρώτα η ενανθρώπισή του. Ο Παντοδύναμος και μεγαλοπρεπής Θεός καταδέχεται να φορέσει την ανθρώπινη σάρκα, και να γίνει από βασιλιάς των βασιλιάδων δούλος των ανθρώπων. Στη συνέχεια, ο τρόπος της Γέννησής του Χριστού.

Θα μπορούσε να γεννηθεί, αν όχι σε παλάτι ως βασιλιάς, αλλά τουλάχιστον σε κάποιο αξιοπρεπές σπίτι. Κι όμως για να διδάξει την ταπείνωση ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού γεννάται σε σταύλο μαζί με τα ζώα. Βέβαια, η δοξολογία των αγγέλων και η προσκύνηση των Μάγων, δήλωνε την θεϊκή του καταγωγή, αλλά αυτό μόνο οι απλοί και ταπεινοί βοσκοί μπόρεσαν να το καταλάβουν.

Αλλά και η μετέπειτα ζωή του Χριστού, πριν βγει δημοσίως και διδάξει τον θείο του λόγο, ήταν η απλή και ταπεινή ζωή ενός μαραγκού, που εκτελούσε τις εντολές του θετού του πατέρα, του Ιωσήφ.

Επίσης η επιλογή των απλών και ταπεινών ψαράδων για μαθητές Του, που θα μετέδιδαν τον θείο του λόγο στους ανθρώπους, ήταν μια πράξη ταπείνωσης.

Από εκεί και ύστερα, όλη η δημόσια ζωή του, ήταν απλή και ταπεινή, που φαίνεται τόσο από την απλή ενδυμασία του όσο και από την απλή διατροφή την δική του και των μαθητών του. Δεν κουβαλούσαν τροφές μαζί τους στις περιοδείες τους αλλά φιλοξενούνταν από τους πιο αμαρτωλούς ανθρώπους, τελώνες και πόρνες, για να βρει ευκαιρίες και να τους σώσει. Φυσικά αυτό ήταν σκάνδαλο για τους Φαρισαίους, που τον κατηγορούσαν ότι «γευμάτιζε μετά τελωνών και πορνών».

Το ότι πάλι καταδέχτηκε όχι μόνο να γίνει άνθρωπος αλλά να κατηγορηθεί και να σταυρωθεί ως κακούργος μεταξύ δυο ληστών είναι και αυτό ένδειξη άκρας ταπείνωσης.

Όλες οι φάσεις της σταυρικής θυσίας του Χριστού, «ἡ προδοσία, ἡ σύλληψη, τό δέσιμο, ἡ περιφορά ἀπό κριτή σέ κριτή, ἡ ἐγκατάλειψη τῶν μαθητῶν, ἡ ἄρνηση τοῦ Πέτρου, ἡ καταδίκη, ἡ προτίμηση τοῦ Βαραββᾶ, ἡ φραγγέλωση, οἱ ἐμπαιγμοί, ἡ πορεία πρός τόν Γολγοθᾶ, ἡ σταύρωση, τό λόγχισμα της πλευράς» αποτελούν δείγματα άκρας ταπείνωσης.

Αλλά και μετά την Ανάστασή του γνώρισε ταπεινώσεις, όταν χαρακτηρίστηκε από τους Γραμματείς και Φαρισαίους «ως πλάνος», και ότι πληρώθηκαν κάποιοι και έκλεψαν το σώμα του Χριστού. Αλλά και η απιστία των μαθητών και η διάθεσή του να δείξει τους «τύπους των ήλων» στα χέρια και την πλευρά ήταν πράξη ταπείνωσης και κατανόησης της αδυναμίας της ανθρώπινης λογικής.

Την ίδια διάθεση ταπείνωσης έδειξε, όταν στην πορεία προς Εμμαούς εξηγούσε στον Λουκά και τον Κλεόπα αυτά που επανειλημμένως τους είχε πει αλλά δεν πίστευαν ότι μπορούσαν να γίνουν.

Αλά και όλοι οι Άγιοι, με πρώτη την Υπεραγία Θεοτόκο έδειξαν ταπείνωση έχοντας τον Χριστό ως το αιώνιο πρότυπο. Ο απόστολος Παύλος λέγει για τον εαυτό του και τους άλλους αποστόλους ότι: «λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, βλασφημούμενοι παρακαλούμεν, ως περικαθάρματα του κόσμου εγεννήθημεν, πάντων περίψημα έως άρτι» (Α΄Κορ.4,9-13).

Κι όμως ήταν οι ευαγγελιστές της αγάπης, της ειρήνης και της σωτηρίας των ανθρώπων.

 Την ίδια υψοποιό ταπείνωση παρατηρούμε και στον άγιο Νικόλαο, η οποία τονίζεται και στο απολυτίκιό του: «διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά». Αλλά και πολλοί άγιοι ήταν πλούσιοι, είχαν αξιώματα και τα άφησαν όλα, έγιναν ταπεινοί εργάτες του ευαγγελίου, όπως π.χ. ο άγιος ο Μάξιμος, ο οποίος ήταν σημαίνον πρόσωπο στην αυλή του βυζαντινού αυτοκράτορα και παρ’ όλα αυτά τα άφησε όλα και προτίμησε την αφάνεια, την άσκηση και την αφιέρωση στο Θεό.

Άλλη θαυμαστή περίπτωση είναι οι κατά Χριστόν «σαλοί άγιοι». Δεν είναι μικρό πράγμα να τα έχεις τετρακόσια και να επιλέγεις να φέρεσαι σαν τρελός, για να ταπεινωθείς και να μιμηθείς την ταπεινότητα του Χριστού. Αυτό, μόνο η σφοδρή αγάπη τους προς τον Θεό μπορεί να δικαιολογήσει αυτήν την ταπεινή συμπεριφορά.

Αδελφοί μου ευλογημένοι,

Για να γίνει περισσότερο κατανοητό στην αγάπη σας, το πόσο η ταπεινοφροσύνη ταυτιζόταν με την ζωή των Αγίων μας, θα αναφέρω στην αγάπη σας ένα περιστατικό από τον βίο του Αγίου Νήφωνα, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Ο Άγιος Νήφωνας, πατριάρχευσε θεοφιλώς στην Κωνσταντινούπολη τέσσερα χρόνια (από το 1311 – ως το 1315 μ.Χ.) και αφού υπέβαλε παραίτηση, έφυγε κρυφά και επήγε στο Άγιο Όρος. Εκεί παρουσιάσθη σαν απλός χωρικός στην Ιερά Μονή του αγίου Διονυσίου και εζήτησε να τον πάρουν δόκιμο!... Προσποιήθηκε μάλιστα, ότι δεν ήξερε τίποτα το εκκλησιαστικό! Έτσι ο ηγούμενος του ανέθεσε το διακόνημα, να οδηγεί και να βόσκει τα μουλάρια της Μονής!...

Ο Πατριάρχης Νήφων λοιπόν, έγινε βουρδουνάρης, βόσκοντας και οδηγώντας τα μουλάρια. Μα κάποια μέρα, ενώ γύριζε στο μοναστήρι με τα μουλάρια φορτωμένα προϊόντα, το Άγιο Πνεύμα φανέρωσε στον ηγούμενο την αλήθεια. Του είπε δηλαδή ότι ερχόταν ο Πατριάρχης, και ότι έπρεπε να τρέξουν και να τον υποδεχθούν όπως άρμοζε στο αξίωμά του.

Χτύπησαν πανηγυρικά τις καμπάνες. Και ο ηγούμενος, και οι μοναχοί με τον Σταυρό και το άγιο Ευαγγέλιο, βγήκαν να υποδεχθούν τον Πατριάρχη. Και τότε είδαν ότι ερχόταν ο βουρδουνάρης με τα μουλάρια, οπότε ο άγιος Νήφων υποχρεώθηκε να ομολογήσει: ότι πραγματικά ήταν πατριάρχης∙ και ότι το έκρυψε, για να ζήσει όχι με τιμές, αλλά με ταπείνωση∙ και όχι υπηρετούμενος αλλά υπηρετώντας.

Αδελφοί μου,

Πόσο ταπεινός ήταν ο άγιος Πατριάρχης Νήφων! Μα όσο και αν εκείνος έκρυβε την αρετή του, τόσο ο Θεός τον τίμησε! Τον έκαμε άγιο και θαυματουργό, και η μνήμη του εορτάζεται την 11η Αυγούστου.

Επίσης, κατά τον Άγιο Νεκτάριο αληθινά ταπεινόφρων δεν είναι αυτός, που δεν έχει κάτι για να υπερηφανευτεί, αλλά αυτός που ενώ έχει αρετές και μπορεί να υψηλοφρονεί, ωστόσο δεν περηφανεύεται γι’ αυτές και ταπεινοφρονεί, έχοντας επίγνωση του εαυτού του. Αυτός είναι αληθινός ταπεινόφρων.

Ο Μέγας Βασίλειος λέει: «Μακάριος αυτός που απέκτησε την αρετή της ταπεινοφροσύνης και, παρότι αξίζει, δεν υπερηφανεύεται, ο υψηλόφρων τυφλώνεται και πέφτει σε αμαρτία καθοδηγούμενος από λογισμούς του διαβόλου».

Οι άγιοι Πατέρες περιγράφουν πολλές μορφές ταπεινώσεως.

Η επίγνωση της αμαρτωλότητάς μας, της ψυχολογικής και πνευματικής ασθένειας, και η αίσθηση της ανάγκης Ιατρού για την θεραπεία μας, χαρακτηρίζει τον πρώτο βαθμό ταπεινώσεως.

Ακολουθεί η ασκητική ταπείνωση κατά την οποία θεωρούμε τον εαυτό μας χειρότερο από όλους, εξαιτίας της καθημερινής αστοχίας μας προς τον Θεό και τις εντολές Του.

Υπάρχει ωστόσο και η απόλυτη, η τελεία ταπείνωση την οποία ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης την αποκαλεί ταπείνωση του Χριστού. Αυτή είναι εντελώς διαφορετική στο είδος της. Είναι απερίγραπτη, καθώς είναι θεία. Γνωρίζεται από όσους κρίθηκαν άξιοι της θέας του Κυρίου εν Πνεύματι Αγίω, όπως λέει ο Άγιος Σιλουανός.

Σε αυτούς ο Χριστός μεταδίδει την ταπεινή κατάστασή Του, και εκείνοι γνωρίζουν εμπειρικά ότι ο Κύριος είναι η απόλυτα απερίγραπτη ταπείνωση. Ο ταπεινός Κύριος μέσα στην άπειρη αγάπη Του, παραδίδει τον Εαυτό Του σε θάνατο για την σωτηρία μας. Ο άνθρωπος μπροστά στην άπειρη αυτή αγάπη λιώνει από απεριόριστη ευγνωμοσύνη, αντικρίζοντας την ταπείνωση του Χριστού, και θεωρώντας τον εαυτό του εντελώς ανάξιο να ανήκει σε έναν τέτοιο Θεό, όπως είναι ο Χριστός, που πέθανε ευχαρίστως προκειμένου να δωρίσει την ζωή στον άνθρωπο, ταπεινώνεται έτι και έτι περισσότερο. Επομένως για να γνωρίσουμε τον Θεό, οφείλουμε να τον ακολουθήσουμε: «Άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς και μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών».

Αν λοιπόν επιθυμούμε πραγματικά να μυηθούμε στα μυστήρια του Υιού του Θεού, πρέπει να έχουμε την πραεία και ταπεινή καρδιά του Χριστού. Χωρίς αυτήν θα παραμείνουμε άγνωστοι σε Αυτόν και αποξενωμένοι από τα Θεία Μυστήριά Του. Η μόνη και συνεχής φροντίδα των πιστών πρέπει να είναι η παραμονή τους ενώπιον του Χριστού με καρδιακή ταπείνωση γιατί μόνο όσοι έχουν ταπεινή καρδιά είναι σε θέση να καταλάβουν τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.

Αδελφοί μου σήμερα εισήλθαμε στην ευλογημένη περίοδο του Τριωδίου και η Αγία μας Εκκλησία βάζει στο παιδευτικό της έργο την μεγάλη αρετή της ταπεινοφροσύνης, ετοιμάζοντας τα παιδιά της για το Πάσχα.

Η ταπείνωση του Τελώνου ας γίνει φάρος στη θαλασσοπορεία μας, στο πέλαγος της ζωής. Δεν έχουμε παρά να ακολουθήσουμε τις ανταύγειες του φωτός Του, για να ανακαλύψουμε την αληθινή πραγματικότητα και την ουσία της ζωής που κρύβεται στην ταπείνωση.

Τότε μόνο θα αισθανθούμε την «εν Χριστώ ζωή» και θα προσανατολιστούμε σωστά στην πορεία μας προς τον ουρανό, ώστε, όταν έλθει εκείνη η ώρα, να βρεθούμε μεσ’ του Χριστού μας την ειρήνη και να ακούσουμε από το γλυκό του στόμα να μας λέγει: «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστίν η Βασιλεία των Ουρανών» (Ματθ. 5,3), συνωδά με τη γλυκόηχη άρπα του Γ. Βερίτη: «Εγώ είμαι ο Κύριος κι ο Διδάσκαλος, μα ταπεινώθηκα ως τα βάθη. Όποιος το θρόνο μου λαχτάρησε, το δρόμο τούτο πρώτα ας μάθη»! Αμήν!

e-shop

eshop.png

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΤΕ ΜΑΖΙ ΜΑΣ

  • Διεύθυνση: Ρωμανιώλη 41, Αίγιο
  • Τηλέφωνα: 26910-21776 & 26910-21777
  • Φαξ: 26910-60127
  • E-mail: imkaigial@gmail.com

Στατιστικά

  • Εμφανίσεις Άρθρων 1078836